Η αποσάρθρωση των εργασιακών δικαιωμάτων

Στήλη: Απόψεις

Chalky Lives, Economy Candy

Σημείωμα για την Κρίση και τα συμφραζόμενά της

M ε αφορμή την ψήφιση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο (15-12-2010) του νομοσχεδίου που αφορά στα «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας» έχουν γραφεί και ειπωθεί πολλά. Και θα λεχθούν κι άλλα- κι άλλα, ακόμη περισσότερα.

Θα άξιζε όμως μια ιστορική-πολιτική παρέκβαση σαν συνεισφορά στην κατανόηση της σημασίας που έχει τούτο το νομοσχέδιο στον κοινωνικό μας βίο.

Διάφορα κείμενα (επικριτικά στο ν/σ) έχουν ως επικεφαλίδα τους την περίοδο του μεσαίωνα. Γράφεται, για παράδειγμα, συχνά ότι με τα συγκεκριμένα «επείγοντα μέτρα» επιστρέφουμε στον μεσαίωνα ή ότι με αυτό το ν/σ επαναδομούνται εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες μεσαιωνικού τύπου ή όροι διαβίωσης των φεουδαρχικών κοινωνιών. Τι συνέβαινε όμως στη φάση της φεουδαρχίας και πως συναρτάται η μεσαιωνική περίοδος με όσα τραγικά συμβαίνουν σήμερα (και) στη ελληνική πραγματικότητα;

 *

Στις φεουδαρχικά οργανωμένες κοινωνίες ο οποιοσδήποτε τοπικός ηγεμόνας (φεουδάρχης) είχε δικαιώματα έναντι των καλλιεργητών (δουλοπάροικοι) που του προσέδιδαν δημόσια και ιδιωτική ισχύ. Η ισχύς του ηγεμόνα, δηλαδή, ήταν γενικευμένη και δεν υπήρχε καμία διάκριση μεταξύ του κράτους και της κοινωνίας αφού το Δίκαιο (όπως το αντιλαμβανόμαστε στις μέρες μας) ήταν σε εμβρυακή μορφή. Τα δημόσια δικαιώματα του φεουδάρχη (ως φορέα της εξουσίας) ήταν και ιδιωτικά δικαιώματα (ως ιδιοκτήτη της γης και των καλλιεργητών).

Η άρση αυτής της κραυγαλέας δομής των ανισοτήτων επήλθε με τη μετάβαση στις δυτικές νεωτερικές κοινωνίες (μετά τις αστικές επαναστάσεις του 17ου-18ου αιώνα) όπου θεμελιώθηκε το λεγόμενο καπιταλιστικό σύστημα στη βάση της ιδεολογίας του Φιλελευθερισμού.

Ο πολιτικός και οικονομικός Φιλελευθερισμός πρόταξε- μεταξύ άλλων- και την διάκριση του κράτους με την κοινωνία ορίζοντας με σαφήνεια τις σφαίρες του δημόσιου και του ιδιωτικού Δικαίου. Με αυτό λοιπόν τον τρόπο αναδύθηκαν δύο πλευρές που αφορούσαν στα άτομα: To άτομο λογίζεται αφενός ως Πολίτης (citoyen) και αφετέρου λογίζεται ως Ιδιώτης (bourgeois). Ως Ιδιώτης θεωρείται «ελεύθερος και ισότιμος» να συναλλάσσεται με τους άλλους Ιδιώτες, στο πλαίσιο της οικονομίας. Ως Πολίτης θεωρείται «μέλος μιας πολιτείας/ενός εθνοκράτους» που λειτουργεί με γνώμονα και σκοπό το λεγόμενο γενικό συμφέρον .

Το «μερικό συμφέρον» κάθε ατόμου θα μπορεί λοιπόν να συναρτάται αρμονικά με το «γενικό συμφέρον» εφόσον κι επειδή όλο το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων ορίζεται, πια, από την αιγίδα του Δικαίου. Το Δίκαιο, συνεπώς, μεταρσιώνεται (με όλες τις υποδιαιρέσεις του) σε θεμέλιο λίθο διαφύλαξης των νεοσύστατων βιομηχανικών κοινωνιών καπιταλιστικού τύπου, με την θεμελίωση του Κράτους Δικαίου.

Ωστόσο οι επαγγελίες για «ελευθερία-ισότητα-αδελφοσύνη» δεν επιβεβαιώθηκαν στην πράξη και οι ποικίλες κοινωνικές ανισότητες δεν απαλείφθηκαν από το νέο κοινωνικό τοπίο. Κάτω λοιπόν από τις συνεχείς κοινωνικές συγκρούσεις και τις έντονες αναταράξεις που καταγράφονταν και προκειμένου να εξασφαλιστεί η (όσο το δυνατόν) εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας θεσμοθετήθηκαν, σταδιακά, σαφή Ατομικά-Πολιτικά-Κοινωνικά Δικαιώματα (τα οποία κατοχυρώθηκαν και συνταγματικά). Το Κράτος Δικαίου συναρτήθηκε, έτσι, με το Κράτος Πρόνοιας - στο όνομα της σύμπνοιας του κοινωνικού σώματος αλλά και της διατήρησης του ισχύοντος συστήματος. Φυσικά έχουν αναλυθεί υπέρ το δέον και διεξοδικά όλες οι σημάνσεις αυτής της συνάρτησης κι επομένως οποιαδήποτε επιπλέον μνεία φαντάζει, μάλλον, μη αναγκαία.

Το καίριο όμως σημείο αναφοράς είναι το εξής: Η διάκριση μεταξύ του Κράτους και της Κοινωνίας, μεταξύ Δημόσιας & Ιδιωτικής σφαίρας, μεταξύ δηλαδή Πολιτικής & Οικονομίας παρέμενε ισχυρή στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες καπιταλιστικού τύπου ∙ και ως προς αυτό συνεπικουρούσε αφενός η διάρθρωση του τρόπου παραγωγής και αφετέρου η ιδεολογική μέριμνα. Με άλλα λόγια η δομή της οικονομίας και η οικονομική ανάπτυξη έδιναν στους τιμητές και τους ποικίλους διαχειριστές του συστήματος πολλά επιχειρήματα περί αποδοτικότητας. Έτσι τα περισσότερα άτομα πείθονταν για την αποτελεσματικότητά του χάρη και στους ποικίλους ιδεολογικούς φορείς (όπως είναι παραδείγματος χάριν τα ποικίλα ΜΜΕ).

Οι κοινωνοί βίωναν λοιπόν τη ζωή τους σε δύο πλαίσια: Από τη μια πλευρά νοιάζονταν για τη συλλογικότητα και από την άλλη φρόντιζαν για τη μερικότητα- εναρμονισμένοι με ένα υπόδειγμα βίου στο οποίο δέσποζε η αρχή της δικαιοσύνης (αφού όλοι, δυνητικά, συσχετίζονταν με γνώμονα τους κανόνες ενός αμερόληπτου συστήματος Δικαίου).

*

Το πρότυπο αυτό μπόρεσε, όντως, να λειτουργήσει ∙ και παρόλο που στρέβλωνε τις κοινωνικές διαφορές εντούτοις συνέτεινε στην έντεχνη (ομολογουμένως) εμπέδωση ενός consensus μεταξύ συμβαλλομένων- οι οποίοι αποδέχονταν τους όρους του συγκεκριμένου παιχνιδιού. Ωστόσο, όσο καλοστημένοι κι αν ήταν οι όροι του, δεν αποφεύχθηκαν τελικά οι κρίσεις- με κορυφαίες αυτήν του 1929-30 και την τωρινή (που σημειώνεται από το 2008). Και οι δύο τούτες κρίσεις παρουσιάζουν ομοιότητες ∙ ιδίως, μάλιστα, ως προς τις τρομακτικές επιπτώσεις τους στα μέλη της κοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, σε ό, τι αφορά στο σήμερα:

Ο κοινωνικός ιστός- όπως τον γνωρίζαμε- μοιάζει ήδη παρελθόν. Οι σύγχρονες κοινωνίες δυτικού τύπου δονούνται συθέμελα, οι θεσμοί τους τρίζουν ανατριχιαστικά και οι άνθρωποι κεραυνοβολημένοι πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα στην ανασφάλεια που τους κατατρύχει τόσο για το μέλλον, όσο και για το παρόν τους. Τα ποσοστά ανεργίας αγγίζουν ήδη υψιπετή και εφιαλτικά επίπεδα ενώ ισάξιας έντασης και έκτασης πρόβλημα αποτελεί το λεγόμενο όριο φτώχειας. Χρέη που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν, κατασχέσεις , εξώσεις, εξαθλίωση. Αμέτρητοι οι νεόπτωχοι, οι ανέστιοι και οι κάθε λογής πληγέντες που καθημερινά καταγράφουν οι στατιστικές υπηρεσίες- σε πίνακες με νούμερα ∙ οικονομικά και δημογραφικά στατιστικά μεγέθη, χωρίς όμως τα δάκρυα των ανθρώπων στους οποίους αναφέρονται.

Ένα τερατώδες, σε διάσταση και βάθος, οδυνηρό αδιέξοδο- του οποίου τα πολλαπλά συμφραζόμενα (που είχαν ως εφαλτήριό τους την ανέλεγκτη οικονομική παγκοσμιοποίηση δυτικού τύπου) αναδύονται με σαφήνεια, πια, στο πλαίσιο τούτης της φοβερής κρίσης :

Η Οικονομία ξέφρενη (πλέον) αντεπιτίθεται στην Πολιτική, το Κράτος απεμπολεί οτιδήποτε (ακόμη και σε βάρος της Κοινωνίας), ο Ιδιώτης στέκει αμήχανος ως Πολίτης, το λεγόμενο «μερικό συμφέρον» φαντάζει παροπλισμένο κι άνευρο ενώ το λεγόμενο «γενικό συμφέρον» μοιάζει με άδεια φράση- χωρίς νόημα.

*

Φυσικά, ως προς το Τί και το Γιατί (αυτής της κρίσης) έχουν δαπανηθεί αναρίθμητες ώρες μελέτης-ανάλυσης-γραφής κι έχουν δημοσιοποιηθεί πάρα πολλές επεξηγήσεις κι ερμηνείες, από ειδικούς και σχετικούς όλων των κλάδων γνώσης- που προσεγγίζουν το ζήτημα ∙ θα ήταν επομένως καταχρηστική οποιαδήποτε επιπλέον αναφορά στις ποικίλες φαινομενολογικές σημάνσεις του. Παρατηρώντας, παρόλα αυτά, τα δρώμενα και συναρτώντας τα με μια, μάλλον, φιλοσοφική οπτική θα μπορούσαμε να επισημάνουμε (κι ίσως να συμφωνήσουμε ως προς) το εξής: Ο βαθύτερος πυρήνας , η απαρχή και ο γενεσιουργός παράγοντας της κρίσης, είναι η απληστία αυτό το ατιθάσευτο χαρακτηριστικό που εκκινεί από τα μύχια του ανθρώπινου ψυχισμού, για να ξεδιπλωθεί στα πεδία της συμπεριφοράς.

Η απληστία, που υπερτρέφεται από τον στείρο ανταγωνισμό, από την εμμονή στην κερδοσκοπία και από τον ισοπεδωτικό καιροσκοπισμό, εξακολουθεί να είναι μια ανεξάλειπτη τάση- σε πείσμα των προσδοκιών που έχουν (λίγο ή πολύ) αποτεθεί στην Παιδεία, για την απάλειψή της. Η απληστία, με άλλα λόγια, συνιστά κομβικό σημείο αναφοράς στην κουλτούρα των (σύγχρονων) κοινωνιών μας ∙ και παρόλο που δρα ως μολυντικός ιός που αποσαρθρώνει κάθε μορφή συνύπαρξης παραμένει μια δεσπόζουσα στάση ζωής. Συνιστά το εφαλτήριο (και) για την κρίση που βιώνουμε στην τρέχουσα πραγματικότητά μας- στις σύγχρονες (και πολύπλευρα διαφημισμένες ως εξελιγμένες) κοινωνίες του 21ου αιώνα που μπορεί πράγματι να κομπάζουν για το πλήθος των επιτευγμάτων τους αλλά δυστυχώς όχι και για την ουμανιστική τους ταυτότητα.

*

Εάν όμως στις αναπτυγμένες κοινωνίες καπιταλιστικού τύπου μια τέτοια ριζική/συστημική κρίση (όπως αυτή που εκδηλώνεται στις μέρες μας) προκαλεί τα μύρια προβλήματα καταλαβαίνουμε τι προκαλεί σε εκείνες τις χώρες όπου το σύστημα «νοθεύτηκε».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελληνική κοινωνία που δομήθηκε με γνώμονα ένα νόθο καπιταλιστικό σύστημα μεταπρατικού τύπου. Χωρίς καμία προοπτική ανάπτυξης, χωρίς προγραμματισμό ή οργάνωση, με μοναδική έγνοια την εξυπηρέτηση πρόσκαιρων επιδιώξεων, στη βάση του πελατειακού μοντέλου μεταχείρισης των ατόμων-πολιτών.

Σε αυτό λοιπόν το ιδιαζόντως απεχθές κοινωνικό τοπίο η διάκριση μεταξύ Κοινωνίας και Κράτους , Οικονομίας και Πολιτικής ήταν εντελώς οριακή και εύθραυστη. Τα άτομα αφενός δεν είχαν καμία συλλογική συνείδηση ενώ ταυτόχρονα δεν είχαν και καμία ιδιωτικού τύπου ευσυνειδησία. Παρέες- ομαδώσεις- ημέτεροι- δικοί μας κ.α (με άνωθεν χειρισμούς) συγκροτούσαν τον λεγόμενο συλλογικό ιστό ενώ συνάμα κάθε τύπου θρασείς ατομικιστές/άρπαγες, χωρίς φραγμούς, συνέθεταν τον λεγόμενο βίο των ιδιωτών. Και μέσα σε αυτό το χαοτικό κοινωνικό περιβάλλον ένα ιδιώνυμο Κράτος Δικαίου και Κράτος Πρόνοιας. Έτσι διαπιστώθηκε περίτρανα πως ήταν (κι ακόμη είναι): η Οικονομία διαστροφικά εναγκαλισμένη με την Πολιτική, η Κοινωνία εντελώς παράταιρη με το Κράτος, ο Ιδιώτης ενάντια στον Πολίτη, η απληστία στο ζενίθ κι οι αρμοί του δικαιϊκού συστήματος πλήρως εξουθενωμένοι.

Εάν στις λοιπές κοινωνίες η πολυσχιδής παρούσα κρίση κατατείνει στο να διαγνωσθεί κάθε μορφής αδικία, εδώ/ στα καθ΄ημάς κατατείνει και στο να διαπιστωθεί η μακρόχρονη εξαπάτηση. Με άλλα λόγια στην ελληνική κοινωνική πραγματικότητα το φενακισμένο «σύστημα» μέσω της δραματικής κρίσης που το διέπει, αποκαλύπτει όλη τη γύμνια του. Δηλαδή αποκαλύπτεται ότι οι δομές της κοινωνίας μας (όπως αυτές συναρθρώνονται στο Θεσμικό- το Πολιτισμικό- το Κοινωνικό επίπεδο) προσομοιάζουν με παντελώς πρόχειρες κατασκευές μιας ανοχύρωτης, σε φρικιαστικές απειλές, πόλης ∙ και εντελώς κωδικοποιημένα θα μπορούσαν να επισημανθούν τα εξής:

Οι θεσμοί- πρωτίστως οι πολιτικοί- και οι διαχειριστές τους διαχρονικά αποδείχθηκαν , de facto, ανεπαρκείς-ατελέσφοροι-αναξιόπιστοι.

Οι κυρίαρχες νοοτροπίες λειτουργούσαν καθαγιαστικά σε ποικίλες κοινωνικές παθογένειες, στο όνομα της ευζωϊας του καθενός αλλά και στο όνομα της διαιώνισης της ισχύουσας κατάστασης των πραγμάτων.

Οι κοινωνοί κατέληξαν να στοιχίζονται, εκούσια ή ακούσια, πίσω από το ρόλο του παθητικού μέλους μιας νοσηρής πραγματικότητας .

Δύσκολα λοιπόν θα διαφωνούσε κάποιος με τη διαπίστωση ότι η κρίση που μαστίζει την ελληνική κοινωνία ενώ προσδιορίζεται με όρους συστημικούς (εξαρτάται δηλαδή από τις ατέλειες του συστήματος εν γένει) είναι ωστόσο στη βάση της κρίση δομική- καθορίζεται δηλαδή από τα εγγενή σαθρά χαρακτηριστικά της που τα δημιούργησαν, τα παγίωσαν στο κοινωνικό σώμα και τα μεγέθυναν εκτρωματικά, όσοι εκλέχθηκαν για να διαχειριστούν τα πράγματα σε ένα βάθος χρόνου- που μπορεί να φθάνει έως και τις απαρχές σύστασης του νεοελληνικού κράτους! Το μέγα δυστύχημα ωστόσο αφορά στο πως προβάλλονται όλα τούτα στην παρούσα κρίσιμη φάση και στο πως προτάσσεται τώρα η έξοδος από την κρίση, από όσους έχουν επωμιστεί να λυτρώσουν τα μέλη της κοινωνίας μας από τούτο το δυσβάστακτο βάρος.

Από ό, τι λοιπόν φαίνεται αυτό το πως παραπέμπει σε πολιτικές που είναι αναντίστοιχες με την καθόλα δίκαιη και έντιμη αξίωση του να γίνει αναλογικός επιμερισμός ευθυνών και βαρών, εκκινώντας από το θεσμικό επίπεδο (με ανιδιοτελή διάθεση κάθαρσης) και όχι από το κοινωνικό επίπεδο (με διάθεση εκκαθάρισης)! Ενώ δηλ. θα άξιζε να επιλεγούν πολιτικές που θα βάλλουν-καθολικά- κατά της σαθρής νοοτροπίας του κάθε λογής άρπαγα , με ταυτόχρονες πολιτικές που θα βάλλουν-με αναλογική επιβάρυνση- ενάντια σε όλους όσοι καταρράκωσαν το δημόσιο πλαίσιο αναφοράς (για ’’προσωπικό’’ ή ’’συντεχνιακό’’ όφελός) συμβαίνει τελικά κάτι τελείως παράταιρο: Επιλέγονται πολιτικές εξαχρείωσης των πολιτών και εξάρθρωσης δομών & κοινωνικών δικαιωμάτων, αποσιωπώντας το γεγονός ότι «το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι» & προωθώντας το ιδεολόγημα της κοινής συνενοχής! Άραγε κάτι τέτοιο μπορεί ή (θα) πρέπει να γίνει αποδεκτό - εφόσον φυσικά ακόμη σκεπτόμαστε;

Σπ. Α. Γεωργίου

 

Κοινοποίησε αυτή τη σελίδα

FacebookMySpaceTwitter