Οικολογικός άνεμος: η πράσινη ατζέντα μετά την Κοπεγχάγη
Στην εισήγησή του ο Νίκος Χρυσόγελος τόνισε, μεταξύ άλλων: «Η σημερινή κρίση πρέπει να οδηγήσει σε μια συνεκτική πράσινη πολιτική που θα προσφέρει λύσεις τόσο για τα δημοσιονομικά προβλήματα όσο και για την στροφή της οικονομίας προς πράσινη κατεύθυνση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σημερινή βαθιά κρίση δεν είναι απλώς κρίση δανεισμού ή δημοσιονομική, είναι και οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική, πολιτική και πολιτισμική. Είναι βασικά κρίση του μοντέλου ανάπτυξης της χώρας αλλά και κρίση του πολιτικού συστήματος.
Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση κι όχι απλώς να καλύψουμε για άλλη μια φορά το πρόβλημα κάτω από το χαλί δεν πρέπει να ξεχνάμε το πολυδιάστατο της κρίσης. Οι πολιτικές δυνάμεις ευθύνονται σε σημαντικό βαθμό για τη βαθιά κρίση που βιώνουμε, για την πορεία και τις επιλογές που οδήγησαν στην πολλαπλή χρεωκοπία. Αλλά ευθύνονται πολύ περισσότερο γιατί δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν την δημοσιονομική και οικονομική κρίση και την μετέτρεψαν επιπλέον και σε κρίση αξιοπιστίας, κρίση εμπιστοσύνης.
Δεν υπάρχει λύση του δημοσιονομικού προβλήματος που θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος Δεν μπορεί να υπάρξει λύση και μεταρρύθμιση χωρίς την συμμετοχή της κοινωνίας ή πολύ περισσότερο σε βάρος της κοινωνίας. Το ζητούμενο, λοιπόν για μας ήταν και παραμένει η στροφή της οικονομίας προς πράσινες κατευθύνσεις παράλληλα με κοινωνικά δίκαιες και στοχευμένες πολιτικές που θα περιορίσουν την σπατάλη και τα δημοσιονομικά προβλήματα.
Τομείς που μπορούν να επωφεληθούν από την πράσινη στροφή της οικονομίας είναι οι οικοδομές (εξοικονόμηση ενέργειας), ο τουρισμός (σύνδεσή του με την προστασία του περιβάλλοντος και την άνθιση άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων ώστε να είναι βιώσιμος), ο ναυπηγοεπισκευαστικός κλάδος (κατασκευή εξαρτημάτων και υποδομών για πράσινες τεχνολογίες, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συστήματα επεξεργασίας λυμάτων κι επαναχρησιμοποίησης νερού κα).
Θα χάσουμε για άλλη μια φορά το τρένο αν οι επενδύσεις σε πράσινες μορφές οικονομίας (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαχείριση νερού-λυμάτων-αποβλήτων) σημαίνουν απλώς αύξηση της εισαγωγής τεχνολογίας και μείωση ακόμα περισσότερο των θέσεων εργασίας στη χώρα μας, κατεύθυνση στην οποία, δυστυχώς, φαίνεται να οδηγούμαστε λόγω απουσίας συγκροτημένων πολιτικών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο».
Εισήγηση του Νίκου Χρυσόγελου, υποψηφίου περιφερειάρχη Ν. Αιγαίου με τον ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΕΜΟ και στελέχους των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ και στο συνέδριο του Economist
Ζούμε, πράγματι, μια βαθιά κρίση που δεν είναι απλώς κρίση δανεισμού ή δημοσιονομική, είναι και οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική, πολιτική και πολιτισμική. Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση κι όχι απλώς να καλύψουμε για άλλη μια φορά το πρόβλημα κάτω από το χαλί δεν πρέπει να ξεχνάμε το πολυδιάστατο της κρίσης. Είναι βασικά κρίση του μοντέλου ανάπτυξης της χώρας αλλά και κρίση του πολιτικού συστήματος.
Λένε πολλοί ότι ζούμε αυτή την περίοδο ως κοινωνία μια βαθιά κατάθλιψη. Είναι, όμως, γεγονός ότι μεταρρυθμίσεις δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να πετύχουμε σε συνθήκες κατάθλιψης. Για να πετύχει μια μεταρρύθμιση χρειάζεται την συμφωνία της κοινωνίας, τη συμμετοχή και την υποστήριξή της, όραμα, σχέδιο και λύσεις, κάτι που δεν φαίνεται να υπάρχει όπως εξελίσσονται τα πολιτικά πράγματα. Αν θέλουμε να βγούμε από την κρίση πρέπει να τη δούμε ως ευκαιρία για αλλαγές τόσο στο μοντέλο ανάπτυξης όσο και στο πολιτικό σύστημα. Και αυτές οι αλλαγές μπορούν να προέλθουν μέσα από την ίδια την κοινωνία, από τα κάτω.
Οι πολιτικές δυνάμεις ευθύνονται σε σημαντικό βαθμό για τη βαθιά κρίση που βιώνουμε, για την πορεία και τις επιλογές που οδήγησαν στην πολλαπλή χρεωκοπία. Αλλά ευθύνονται πολύ περισσότερο γιατί δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν την δημοσιονομική και οικονομική κρίση και την μετέτρεψαν επιπλέον και σε κρίση αξιοπιστίας, κρίση εμπιστοσύνης.
Η διαφθορά και το πελατειακό σύστημα που διέβρωσε τον κοινωνικό ιστό και υποκατέστησε την πολιτική έχουν το δικό τους ποσοστό ευθύνης για την κρίση. Ζούμε τις επιπτώσεις ενός εντελώς λανθασμένου μοντέλου ανάπτυξης που σπατάλησε σε συνδυασμό με τη διαφθορά και τις πελατειακές σχέσεις ευρωπαϊκούς, εθνικούς, ανθρώπινους και φυσικούς πόρους δημιουργώντας ένα μη βιώσιμο πρότυπο αυξημένων καταναλωτικών απαιτήσεων την ίδια στιγμή που κατέρρεε η παραγωγική βάση της χώρας. Ιεράρχησε εντελώς λάθος προτεραιότητες και μετέτρεψε μια χώρα πλούσια σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην πιο εξαρτημένη από εισαγωγές πετρελαιοειδών σε ευρωπαϊκό επίπεδο οικονομία. Είναι τυχαίο ότι το ένα τρίτο του δημοσιονομικού χρέους αντιστοιχεί στο κόστος αγορών πολεμικού εξοπλισμού την περίοδο 1988-20009 (χωρίς να υπολογίσουμε το κόστος προηγούμενων χρόνων), ενώ άλλο ένα τρίτο του χρέους είναι εισαγωγές πετρελαιοειδών; Πανηγυρίζει η κυβέρνηση για τη συμφωνία με το Κατάρ για επενδύσεις ύψους 5 δις και δεν αναρωτιόμαστε όλοι μας για τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ τα οποία έχουμε σπαταλήσει για εισαγωγές πετρελαίου και με τα οποία έχουμε χρηματοδοτήσει τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, αν και έχουμε άφθονο «πράσινο» πετρέλαιο (ήλιο, άνεμο, κυματική ενέργεια, γεωθερμία χαμηλής ενθαλπίας, βιομάζα).
Η ευθύνη του πολιτικού προσωπικού δεν είναι μόνο για την πορεία που οδήγησε στην κρίση, αλλά και για το πώς, όταν φτάσαμε στην βαθιά κρίση, κινήθηκε υποτίθεται για να την αντιμετωπίσει. Δεν υπάρχει λύση του δημοσιονομικού προβλήματος που θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος Δεν μπορεί να υπάρξει λύση και μεταρρύθμιση χωρίς την συμμετοχή της κοινωνίας ή πολύ περισσότερο σε βάρος της κοινωνίας.
Είχαμε πει σε διάφορους τόνους και προεκλογικά ότι απαιτούνται βαθιές αλλαγές που θα αντιμετώπιζαν ταυτοχρόνως την οικονομική, δημοσιονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική κρίση. Βασικό εργαλείο που προτείναμε ήταν ένα Πράσινο Νew Deal σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο που θα βοηθούσε να γίνουν αλλαγές τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνική οργάνωση, ενώ θα επιτυγχάνονταν, παραλλήλως, περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί στόχοι. Δυστυχώς μας αγνόησαν.
Παρά το γεγονός ότι στην αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης μπλέχτηκε και η ΕΕ και το ΔΝΤ, μέσω του «Μνημονίου», η συνταγή που εφαρμόζεται είναι άστοχη και αντιφατική σε σχέση με πολλές από τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Για παράδειγμα, πως είναι δυνατόν να υιοθετείται μια δημοσιονομική και οικονομική πολιτική που είναι αντίθετη και όχι συμβατή με την στρατηγική για την καταπολέμηση της φτώχειας, της ανεργίας και μείωσης του κοινωνικού χάσματος; Πως είναι δυνατόν από τη μία να επιδιώκονται βιώσιμες μεταφορές και από την άλλη να τίθεται ως στόχος – με την πίεση και της τρόικας- η συρρίκνωση του σιδηροδρομικού δικτύου; Με ποια λογική μπορεί να ασκούνται πιέσεις για να ανοίξουν νέα λιγνιτικά πεδία και νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας βασισμένες στα ορυκτά καύσιμα την ίδια στιγμή που είμαστε υποχρεωμένοι ως κοινωνία να ακολουθήσουμε μια στρατηγική απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και να πετύχουμε τον στόχο 20-20-20;
Μοιάζει πολύ ξεπερασμένο να στρεφόμαστε σε πρακτικές της δεκαετίας του '70 και του '80 - όπως μάλλον μας επαναφέρουν οι ειδικές, προνομιακές ρυθμίσεις που εισάγει το «fast track» - ώστε να εξυπηρετηθεί μια πολιτική «μεγάλων επενδύσεων» σε βάρος μια γενναίας μεταρρύθμισης της διοίκησης. Είναι φυσικά αναγκαιότητα να περιοριστεί η γραφειοκρατία και η διαφθορά αλλά αυτό πρέπει να αφορά όλη τη διοίκηση και όλες τις επενδύσεις, ιδιαίτερα τις επενδύσεις σε τοπικό επίπεδο και από μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι αυτές που δημιουργούν θέσεις εργασίας και προστιθέμενη αξία σε τοπικό επίπεδο. Χρειάζεται, επιπλέον, να υπάρξει κατάλληλο πλαίσιο για κοινωνικές επιχειρήσεις, ενώ οι δημόσιες θα πρέπει να λειτουργούν υπέρ του δημοσίου συμφέροντος - και να αξιολογούνται αν πράγματι δουλεύουν για αυτό. Μπορεί να συζητιέται σοβαρά σήμερα και να επιδιώκεται, με προνόμια μάλιστα ειδικού τύπου, η προώθηση επενδύσεων που είναι βρώμικης τεχνολογίας ή σε κορεσμένους τομείς όπως ο τουρισμός; Μια τέτοια λογική προσέλκυσης παρόμοιων επενδύσεων, όπως πχ η μονάδα στον Αστακό με LPG, είναι αμφίβολο αν δημιουργούν ή διατηρούν θέσεις εργασίας ενώ προσθέτουν περιβαλλοντική ζημιά, το κόστος της οποίας θα κληθούμε να καταβάλλουμε όλοι σε κάποια στιγμή. Τέτοιες λογικές και επιλογές κάνουν ζημιά σε άλλες, πιο πράσινες προοπτικές.
Το ζητούμενο, λοιπόν, για μας ήταν και παραμένει η στροφή της οικονομίας προς πράσινες κατευθύνσεις παράλληλα με κοινωνικά δίκαιες και στοχευμένες πολιτικές που θα περιορίσουν την σπατάλη και τα δημοσιονομικά προβλήματα. Στην πραγματικότητα ζητούμενο είναι ένα μοντέλο ανάπτυξης που οδηγεί σε μια οικολογικά και κοινωνικά υπεύθυνη παραγωγή και μια κριτική κατανάλωση, που μειώνει το οικολογικό αποτύπωμά μας ως χώρα και κοινωνία, την ίδια στιγμή που η κοινωνία πρέπει να οργανωθεί σε μια πιο σύγχρονη βάση. Απαιτείται με άλλα λόγια μια συγκροτημένη πολιτική που συνδέει οικονομία, περιβάλλον και κοινωνική αλληλεγγύη με συνεκτικό τρόπο.
Θα χάσουμε για άλλη μια φορά το τρένο αν οι επενδύσεις σε πράσινες μορφές οικονομίας (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαχείριση νερού-λυμάτων-αποβλήτων) σημαίνουν απλώς αύξηση της εισαγωγής τεχνολογίας και μείωση ακόμα περισσότερο των θέσεων εργασίας στη χώρα μας, κατεύθυνση στην οποία, δυστυχώς, φαίνεται να οδηγούμαστε λόγω απουσίας συγκροτημένων πολιτικών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Σε μια εποχή κρίσης απαιτείται μια στρατηγική που θα βοηθήσει αφενός να διατηρηθούν θέσεις εργασίας σε παραδοσιακούς κλάδους (πχ ναυπηγεία, κατασκευές, τουρισμός, μεταφορές) αλλά μέσα από την στροφή τους σε πράσινες κατευθύνσεις και αφετέρου να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε νέες, πράσινες κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις, στην πράσινη καινοτομία. Μια τέτοια δυναμική υπάρχει - κατά την άποψη μας – σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και κοινωνικές επιχειρήσεις και σε τομείς που ανταποκρίνονται σε περιβαλλοντικές και κοινωνικές απαιτήσεις (πχ επαναχρησιμοποίηση νερού, πράσινη ενέργεια, κομποστοποίηση, εξοικονόμηση ενέργειας, οικολογικός τουρισμός, διαχείριση και προστασία φυσικών πόρων και περιβάλλοντος, πράσινη χημεία κα).
Τομείς που μπορούν να επωφεληθούν από την πράσινη στροφή της οικονομίας είναι οι οικοδομές (εξοικονόμηση ενέργειας), ο τουρισμός (σύνδεσή του με την προστασία του περιβάλλοντος και την άνθιση άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων ώστε να είναι βιώσιμος), ο ναυπηγοεπισκευαστικός κλάδος (κατασκευή εξαρτημάτων και υποδομών για πράσινες τεχνολογίες, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συστήματα επεξεργασίας λυμάτων κι επαναχρησιμοποίησης νερού κ.α.).
Ας δούμε μερικά τέτοια παραδείγματα:
Η επιβίωση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης εξαρτιέται από πράσινες κατασκευές
Παράλληλα με την αντιμετώπιση των άλλων διαρθρωτικών προβλημάτων και την αναβάθμιση της περιβαλλοντικής επίδοσης του κλάδου, τα ναυπηγεία για να επιβιώσουν πρέπει να στραφούν σε δραστηριότητες, κατασκευές και τεχνολογίες που εξυπηρετούν πράσινες επενδύσεις, όπως είναι η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, πλωτά οικολογικά ενεργειακά συστήματα, οικολογικά συστήματα αφαλάτωσης, συντήρηση πράσινου εξοπλισμού κα. Τα ναυπηγεία έχουν υποδομές, μηχανήματα και εξειδικευμένο προσωπικό που μπορούν να ανταποκριθούν σε τέτοιες απαιτήσεις αλλά χρειάζεται να υποστηριχθούν με πολιτικές, κίνητρα, χρηματοδοτικά εργαλεία σε μια τέτοια στροφή προς την καινοτομία και τις "πράσινες" δραστηριότητες. Οι περιφέρεις Αττικής, Ν. Αιγαίου αλλά και άλλων περιοχών πρέπει να επεξεργαστούν ξεκάθαρο πλαίσιο πολιτικών ώστε οι όποιες χρηματοδοτήσεις από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους σε πράσινες επενδύσεις να επιτρέψουν, μέσω της καινοτομίας, την παραγωγή εξαρτημάτων ανεμογεννητριών, συστημάτων αφαλάτωσης με οικολογικά συστήματα, πάνελ για φωτοβολταϊκά, συστήματα επεξεργασίας και από τον ναυπηγοεπισκευαστικό κλάδο. Μόνο μια τέτοια συγκροτημένη πολιτική θα επιτρέψει να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας σε έναν κλάδο που δεν μπορεί πλέον να επιβιώσει ανταγωνιζόμενος τα χαμηλά μεροκάματα στην Κίνα ή τις άλλες ασιατικές χώρες.
Στροφή του κατασκευαστικού τομέα σε πράσινη κατεύθυνση
Επειδή συμμετέχω στις περιφερειακές εκλογές ως υποψήφιος περιφερειάρχης στο Ν. Αιγαίο με τον ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΑΝΕΜΟ, με ενδιαφέρει ιδιαίτερα πως εκεί θα προωθηθούν πράσινες λύσεις.
Στον νησιωτικό χώρο είναι πλέον φανερό το λάθος μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθήθηκε τόσα χρόνια. Υπάρχει μια συσσωρευμένη εμπειρία, σοφία και γνώση σε θέματα βιώσιμης παραγωγής, σύνθετης οικονομικής δραστηριότητας και αξιοπρόσεκτης κοινωνικής αλληλεγγύης, τα οποία όμως παραμερίστηκαν και έτσι η οικονομία οδηγήθηκε σε λανθασμένες κατευθύνσεις. Στις πρακτικές που ακολούθησαν οι προηγούμενες γενιές υπάρχουν απαντήσεις για την προστασία του κλίματος και για την εξοικονόμηση φυσικών πόρων: κτίρια ενεργειακά αποτελεσματικά, σοφή διαχείριση νερών, προστασία της γης από την ερημοποίηση, αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με σεβασμό στο νησιωτικό χώρο και τον πολιτισμό. Οι νησιωτικές χώρες αποτελούσαν πρότυπο οικονομίας χώρου, εφαρμογής καλών πρακτικών για την εξυπηρέτηση όλων των κατοίκων τους και αλληλεγγύης. Η δόμησή τους και η αρχιτεκτονική τους είναι αποτέλεσμα της υποχρέωσης όλων προς όλους και της ανάγκης για αλληλοβοήθεια. Η γη, όμως, ήταν σεβαστή ως εργαλείο επιβίωσης και αξιοποιήθηκε σε μέγιστο βαθμό, με πείσμα και κόπο, διαμορφωμένη με ξερολιθιές που την καθιστούσαν κατάλληλη για καλλιέργεια και την προστάτεψαν για το σκοπό αυτό.
Τα σύγχρονα κτίρια στα νησιά χρειάζονται air-condition και μεγάλη κατανάλωση ενέργειας για να δροσιστούν και να θερμανθούν, αντί να έχουμε κτίρια βιοκλιματικά, δηλαδή ενεργειακά και οικονομικά αποτελεσματικά. Μια πολιτική που θα στοχεύει στην απεξάρτηση των νησιών από το πετρέλαιο και τα ορυκτά καύσιμα, είναι ρεαλιστική, υπάρχει η σύγχρονη γνώση αλλά ταυτοχρόνως και οι ρίζες από μια κατασκευαστική παράδοση. Απαιτείται, όμως, μια περιφερειακή πολιτική που θα συνδέσει την εμπειρία του παρελθόντος και τη σύγχρονη γνώση με τις προτεραιότητες των χρηματοδοτήσεων και κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία, την καινοτομία, με έναν οικοδομικό κανονισμό και φορολογική πολιτική (πχ μικρός συντελεστής ΦΠΑ για ενεργειακά αποδοτικές κατασκευές) που να είναι κατάλληλα για τα νησιά, την φορολογική πολιτική. Γενικότερα τα νησιά θα μπορούσαν να μετατραπούν σε εργαστήριο, περιοχή πρότυπο στην Ελλάδα, για ότι πιο σύγχρονο υπάρχει σε θέματα πράσινης τεχνολογίας και τεχνικής, πράσινων προϊόντων και υπηρεσιών, που να είναι κατάλληλες για μικρές κλίμακες όπως είναι τα νησιά.
Ήπιος τουρισμός, που ενθαρρύνει άλλες οικονομικές δραστηριότητες
Οι νησιωτικές οικονομίες έχουν επωφεληθεί σημαντικά από την ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού, αλλά έχουν γίνει πολύ ευάλωτες γιατί το υπάρχον μοντέλο ανάπτυξης των νησιών κινείται με λογικές βραχυπρόθεσμου κέρδους και όχι μακροχρόνιας βιωσιμότητας. Ο τουρισμός έχει υποσκάψει τις περισσότερες παραδοσιακές οικονομικές δραστηριότητες και έχει σημειώσει αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον και στην κοινωνία. Έχουμε, σήμερα, πλήρη εξάρτηση των τοπικών κοινωνιών από εισαγωγές, ακόμα και εκεί που κάποτε έκαναν σημαντικές εξαγωγές. Όσο και αν σήμερα τα έσοδα από τον μαζικό τουρισμό και την πώληση της γης μοιάζουν με την κότα που γεννάει τα χρυσά αυγά, είμαστε πολύ κοντά στην εξάντληση των δυνατοτήτων αυτού του μοντέλου για λόγους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς. Αν και οι γονείς αποκτήσανε σημαντικά εισοδήματα από αυτό το μοντέλο, οι επόμενες γενιές θα αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλες δυσκολίες και υψηλό κόστος καθημερινής ζωής, όπως δείχνει ήδη η εμπειρία σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς. Η κατανάλωση ενέργειας αυξάνει συνεχώς, ενώ βασικά θέματα όπως η βιώσιμη διαχείριση των απορριμμάτων και αποβλήτων δεν έχουν οργανωθεί.
Το να προσπαθεί η κυβέρνηση και οι περιφέρειες να προσελκύσουν αφενός περισσότερους τουρίστες την καλοκαιρινή περίοδο όσο και επενδύσεις για μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα δεν έχουν ως αποτέλεσμα παρά να συντηρείται ένα λάθος μοντέλο που βλάπτει πλέον το περιβάλλον, τη βάση για την ευημερία των κοινωνιών αλλά και την προοπτική να διαμορφωθεί ένα πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης του τουρισμού και γενικότερα των νησιών. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο που ακόμα και τουριστικοί φορείς αντιτίθενται στην ενίσχυση με δημόσιους πόρους νέων μεγάλων τουριστικών επιχειρήσεων, που κυρίως θα βοηθήσουν στην ανακατανομή των τουριστών και των εσόδων από τον τουρισμό από ένα ευρύ φάσμα μικρών και μεσαίων επαγγελματιών προς όφελος των μεγάλων μονάδων τύπου «all inclusive».
Προτείνουμε, λοιπόν, μια νέα στρατηγική για τον τουρισμό που θα συνδυάσει βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα στον τουρισμό σε συνέργεια με άλλες μορφές παραγωγής, προστασία του περιβάλλοντος και μείωση της συνεισφοράς στην κλιματική αλλαγή (ας μην ξεχνάμε την αυξανόμενη κατανάλωση ενέργειας σε τουριστικές περιοχές της χώρας όπως δείχνουν και τα στοιχεία της ΔΕΗ για το 2010):
- Σταδιακή μετατροπή του σημερινού μαζικού τουρισμού σε πιο υπεύθυνου περιβαλλοντικά και κοινωνικά τουρισμού, με την υιοθέτηση περιβαλλοντικών προδιαγραφών, δεσμεύσεων των τουριστικών πρακτόρων σε ορισμένους κανόνες, κίνητρα για την αισθητική και περιβαλλοντική αναβάθμιση τουριστικών περιοχών και εγκαταστάσεων, αλλαγών στις προτεραιότητες των λεγόμενων "κλειδιών" που χαρακτηρίζουν μια τουριστική μονάδα.
- Σταδιακά, κυριαρχία στο Ν. Αιγαίο ενός πράσινου/οικολογικού τουριστικού μοντέλου με την ενίσχυση ήπιων μορφών τουρισμού (οικολογικού, πολιτιστικού, αγροτικού, καταδυτικού, ποδηλατικού, πεζοπορικού, γαστρονομικού) και σύνδεση του τουρισμού με άλλες πράσινες δραστηριότητες (παραγωγή τοπικών βιολογικών προϊόντων, μεταποίηση, ανάπτυξη πράσινων/οικολογικών προϊόντων, βιοκλιματική δόμηση, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.λ.π.). Αυτές οι μορφές τουρισμού συμβάλλουν στην προστασία και διατήρηση του φυσικού και πολιτισμικού πλούτου (αντί να τον καταναλώνουν και να τον υποβαθμίζουν) και δημιουργούν νέες ευκαιρίες απασχόλησης σε νέα επαγγέλματα.