Η βιομηχανία της τηλεόρασης ενστερνίζεται το διαδίκτυο
Η Deloitte δημοσιεύει τα αποτελέσματα της 5ης έκδοσης της έρευνας με τίτλο "State of the Media Democracy", η οποία αξιολογεί τις προτιμήσεις παρακολούθησης ΜΜΕ 2.000 Αμερικανών, από 14 έως 75 ετών.
Έρευνα της Deloitte για τα ΜΜΕ:Η βιομηχανία της τηλεόρασης ενστερνίζεται το διαδίκτυο και ανθεί. Η χρήση των smartphones αυξάνεται, τα έντυπα περιοδικά αποδεικνύονται ανθεκτικά και οι καταναλωτές φαίνονται έτοιμοι για το cloud computing.
Η δημοσκόπηση φέρνει στο φως σημαντικές τάσεις, που έχουν παγκόσμιο ενδιαφέρον, μεταξύ των οποίων την ενίσχυση της δύναμης της τηλεόρασης όταν συμπληρώνεται από το διαδίκτυο, τη δραματική αύξηση στη χρήση των smartphones, τη σταθερή δημοτικότητα των έντυπων περιοδικών και την ανάδυση του αποκαλούμενου "cloud computing" ως πιθανής λύσης αποθήκευσης και πρόσβασης σε υπηρεσίες διασκέδασης.
Σε ένα περιβάλλον που κατακλύζεται από τις νέες online πλατφόρμες διασκέδασης, η τηλεόραση εξακολουθεί να αποτελεί τη «βασίλισσα» των μέσων σύμφωνα με τη μελέτη της Deloitte. Η δημοσκόπηση αποκαλύπτει ότι το 71% των Αμερικανών κατατάσσει την παρακολούθηση τηλεόρασης σε οποιαδήποτε συσκευή μεταξύ των αγαπημένων του δραστηριοτήτων σε σχέση με τα ΜΜΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δημοσκόπησης, η οικιακή τηλεόραση παραμένει η πιο συνήθης μέθοδος παρακολούθησης αγαπημένων προγραμμάτων, ενισχύοντας την άποψη ότι η παραδοσιακή τηλεοπτική διαφήμιση εξακολουθεί να αποτελεί βιώσιμο μοντέλο. Εξάλλου, το 86% των Αμερικάνων δήλωσε ότι η τηλεοπτική διαφήμιση συνεχίζει να διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο στις αγοραστικές του αποφάσεις.
Η δημοσκόπηση της Deloitte καταδεικνύει ότι τα κανάλια του ιντερνέτ, της κινητής τηλεφωνίας και της κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν τη συνολική τηλεοπτική εμπειρία, οδηγώντας τους καταναλωτές να παρακολουθούν πρωτοεμφανιζόμενα αλλά και ζωντανά προγράμματα κατά την πρώτη τους μετάδοση..
Η έρευνα, επίσης, αποκαλύπτει ότι σχεδόν τα τρία τέταρτα των Αμερικανών κάνουν και άλλες δραστηριότητες όταν παρακολουθούν τηλεόραση. Πιο συγκεκριμένα, το 42% των ερωτώμενων είναι συνδεδεμένο στο ιντερνέτ, το 29% μιλάει στο τηλέφωνο ή σε κινητή συσκευή και το 26% στέλνει γραπτά μηνύματα ή instant messages.
Ο Δημήτρης Κουτσόπουλος, Head of Consumer Business της Deloitte Χατζηπαύλου Σοφιανός και Καμπάνης Α.Ε., δήλωσε: «Τα αποτελέσματα της έρευνας έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφού αποδεικνύουν ότι η τηλεόραση όχι μόνο εξακολουθεί να διατηρεί την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των υπολοίπων ΜΜΕ, αλλά αποτελεί και το σημαντικότερο παράγοντα για τη λήψη αγοραστικών αποφάσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό χώρο θα πρέπει να επανεξετάσουν την πρακτική μείωσης της τηλεοπτικής διαφημιστικής δαπάνης που εφαρμόζουν το τελευταίο χρονικό διάστημα, εάν πραγματικά επιθυμούν να αυξήσουν τις πωλήσεις τους και, συνεπώς, τα έσοδά τους.
Η τηλεόραση εκμεταλλεύτηκε προς όφελός της την ανάπτυξη του ιντερνέτ και κατάφερε να μείνει στο προσκήνιο. Το φαινόμενο αυτό είναι υπαρκτό και στην Ελλάδα, αφού κάποια ελληνικά κανάλια δίνουν, μέσω της ιστοσελίδας τους, δωρεάν πρόσβαση στο ζωντανό πρόγραμμά τους, ενώ τα περισσότερα παρέχουν on demand- χωρίς χρέωση- το υλικό των εκπομπών τους. Με λίγα λόγια, η προσαρμοστικότητα στα δεδομένα των νέων τεχνολογιών βοήθησε τη "βασίλισσα" των μέσων να παραμείνει στο θρόνο της».
Η άνοδος των smartphones
Σύμφωνα με τη φετινή δημοσκόπηση, το 33% των αμερικανικών νοικοκυριών διαθέτει κάποιο smartphone, ποσοστό σημαντικά ενισχυμένο σε σχέση με το 11% πριν από τρία χρόνια. Παράλληλα, το 40% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση που δεν έχουν smartphone είναι πιθανό να αγοράσουν στο άμεσο μέλλον. Αυτή η σημαντική αύξηση της διείσδυσης των smartphones στην αγορά των ΗΠΑ, αλλάζει ραγδαία την καταναλωτική συμπεριφορά, με το 56% των ατόμων που έχει και laptop και smartphone να υποστηρίζει ότι χρησιμοποιεί το smartphone ως αντικατάσταση του laptop όταν βρίσκεται μακριά από το σπίτι. Μάλιστα το ποσοστό στην ίδια απάντηση τρεις μήνες νωρίτερα βρισκόταν στο 41%.
Έντυπα περιοδικά: Επιβιώνουν του ψηφιακού «τσουνάμι»
Ενώ το 2010 γίναμε μάρτυρες άλλης μιας «έκρηξης» ψηφιακού περιεχομένου και της εμφάνισης στην αγορά νέων- φιλικών προς τις υπηρεσίες διασκέδασης- κινητών συσκευών, η υιοθέτηση περιεχομένου σε ψηφιακή μορφή καθυστερεί περισσότερο από όσο αναμενόταν. Σύμφωνα με την έρευνα, από το 2007 ένα σταθερό ποσοστό της τάξης του 70% δηλώνει ότι του αρέσει να διαβάζει περιοδικά, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι μπορεί να βρει τις περισσότερες πληροφορίες στο διαδίκτυο και 55% εξακολουθεί να διατηρεί συνδρομή σε έντυπα περιοδικά.
Επιπλέον, οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην έρευνα υποστηρίζουν ότι τα περιοδικά περιέχουν διαφημίσεις που τους βοηθούν να μάθουν νέα πράγματα για τον εαυτό τους και την οικογένειά τους. Από το 2007, ένα σταθερό 80% των Αμερικανών που διαβάζει περιοδικά σημειώνει ότι το έντυπο περιοδικό αποτελεί την πιο προσφιλή μέθοδο ανάγνωσης.
Είναι το cloud-computing η απάντηση στην ψηφιακή αποθήκευση και στην πρόσβαση από οπουδήποτε στο περιεχόμενο των ΜΜΕ;
Η πρόσβαση στις ασύρματες συσκευές και στην ευρυζωνική σύνδεση έχουν κάνει το μέσο καταναλωτή πιο δικτυωμένο στο ιντερνέτ από ποτέ και τα νέα μοντέλα online αποθήκευσης έχουν καταστεί, πλέον, ρεαλιστική επιλογή για τη μαζική αγορά. Κατά τη μελέτη, η πλειοψηφία των Αμερικανών διαθέτει κάποια συσκευή που της επιτρέπει να έχει εύκολη πρόσβαση στο διαδίκτυο– 85% των καταναλωτών έχει έναν υπολογιστή τύπου desktop, 68% laptop/netbook και 41% έχει πρόσβαση στο ιντερνέτ μέσω κινητού τηλεφώνου.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, το 51% των Αμερικανών έχει αντιμετωπίσει κάποια στιγμή πρόβλημα με το σκληρό δίσκο ή τον υπολογιστή, χάνοντας φωτογραφίες, ταινίες ή άλλο τύπο ψηφιακού περιεχομένου.
Ε πιπλέον, το 32% των ερωτώμενων επιθυμεί να αποθηκεύει περιεχόμενο στο διαδίκτυο, πράγμα που θα του παρέχει τη δυνατότητα να έχει πρόσβαση στο υλικό αυτό από οποιαδήποτε συσκευή. Το 43% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση θα ήθελε να μετακινεί περιεχόμενο σε οποιαδήποτε συσκευή και πλατφόρμα εύκολα και αποτελεσματικά, γεγονός που προοιωνίζει ότι το cloud storage θα μπορούσε να αποτελέσει μέθοδο ευκολότερης πρόσβασης στο περιεχόμενο και να βελτιώσει τα επίπεδα «φορητότητας».
Πιο συγκεκριμένα, τo cloud computing «υπολογιστική νέφους»- αποτελεί μια τεχνολογία που προσφέρει στο χρήστη πλήθος δυνατοτήτων επικοινωνίας, συνεργασίας και καταχώρησης πληροφοριών σε μια κοινή βάση. Αναλυτικότερα, τα δεδομένα δεν αποθηκεύονται σε σκληρούς δίσκους, αλλά σε «σύννεφα» που βρίσκονται στο διαδίκτυο ή σε τοπικά δίκτυα. Η συγκεκριμένη τεχνολογία είναι ιδιαιτέρως πρακτική, αφού οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε μεγαλύτερη υπολογιστική ισχύ, χωρίς να χρειάζεται να επενδύσουν μεγάλα ποσά σε εξοπλισμό ενώ μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος απώλειας δεδομένων εξαιτίας προβλήματος στο σκληρό δίσκο.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Δ. Κουτσόπουλος σημείωσε: «Σύμφωνα με τη μελέτη, τo cloud computing φαίνεται να κερδίζει συνεχώς έδαφος στις ΗΠΑ και με την αύξηση της διείσδυσης του ιντερνέτ, της ευρυζωνικότητας και των smartphones καθίσταται, πλέον, μια ρεαλιστική επιλογή για μαζική χρήση από τους απλούς πολίτες. Μπορεί, βέβαια, ακόμα ο μέσος καταναλωτής να μην κατανοεί πλήρως την έννοια του cloud computing, αλλά τα υψηλά ποσοστά των ερωτώμενων που ανησυχούν για την απώλεια δεδομένων από το σκληρό τους δίσκο, δείχνουν ότι το cloud computing αποτελεί σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη μοντέλων που προορίζονται για τον ιδιώτη-καταναλωτή.
Παρά το γεγονός ότι στη χώρα μας η διείσδυση του ιντερνέτ βρίσκεται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, η έρευνα προδιαγράφει τις μελλοντικές τάσεις και για την ελληνική αγορά. Προς το παρόν, όπως επισημάνθηκε πρόσφατα σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη χώρα μας, ακόμα και οι επιχειρήσεις και ο δημόσιος τομέας δεν εκμεταλλεύονται σε μεγάλο βαθμό το cloud computing, το οποίο θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά τις δαπάνες τους. Πάντως, όσο οι έλληνες καταναλωτές εξοικειώνονται με την τεχνολογία, τόσο το cloud computing θα αποτελεί μια πρακτική λύση αποθήκευσης και πρόσβασης σε υλικό διασκέδασης και όχι μόνο».
Σχετικά με την έρευνα
Η 5η έκδοση της μελέτης της Deloitte με τίτλο "State of the Media Democracy" σχεδιάστηκε από το τμήμα μέσων ενημέρωσης και διασκέδασης της Deloitte και υλοποιήθηκε από την Harrison Group, μια ανεξάρτητη εταιρία έρευνας, από τις 10 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 8 Οκτωβρίου 2010. Στην online έρευνα συμμετείχαν σχεδόν 2.000 καταναλωτές από 14 έως 75 ετών στις ΗΠΑ. Τα αποτελέσματα τις έρευνας έχουν περιθώριο σφάλματος +/- 2%.
Το πλήρες κείμενο της μελέτης: http://www.deloitte.com/assets/Dcom-Greece/Local%20Assets/Documents/Attachments/Press/us_tmt_somdgc_020111.pdf