Caramela
Το άρωμα καραμέλας με τύλιγε ξανά.
Τα υγρά μάτια της λέγανε τόσα πολλά.
Τα χείλη της όμως μένανε κλειστά με το φόβο ότι θα χαλάσουν τη στιγμή.
Αυτά τα μάτια όμως…
Πράσινα και μεγάλα, έλεγαν όλες αυτές τις κουβέντες που πληγώνουν το θάρρος μου.
Έπρεπε να φύγω, για το καλό και των δυο μας.
Όμως αυτό το άρωμα καραμέλας ήταν σα να με μάγευε και οι σκέψεις μου θόλωναν.
Η λογική μού έλεγε ότι έπρεπε ήδη να βρίσκομαι στο κατώφλι της πόρτας και να λέω αντίο.
Αλλά τα χέρια μου, ανυπότακτα, αγκάλιαζαν το ζεστό κορμί της.
Και αυτά τα μάτια της μου έλεγαν «…μη φεύγεις… μη μ’ αφήσεις να σ’ αφήσω…».
Τα χείλη μου άγγιξαν τα δικά της χωρίς να κλείσω τα μάτια μου.
Γιατί τα δικά της μου μίλαγαν ακόμα.
Και μου έδιναν εκατομμύρια παράλογες δικαιολογίες για να μείνω.
Και τις πίστευα όλες.
Γιατί το άρωμα καραμέλας με κράταγε εκεί, να κοιτάω αυτά τα θλιμμένα μάτια και ν’ αγγίζω αυτά τα χείλη.
Τα μόνα χείλη που θα φίλαγα, και τα μόνα μάτια που θα άκουγα.
Το μόνο κορμί που θ’ αγκάλιαζα.
Και αυτό ήταν αρκετό για να μην πω αντίο.
Γι αυτό και όταν τ’ αστέρια έσβησαν, έφυγα.
Για να μην πω αντίο σ’ αυτά τα θλιμμένα, πράσινα μάτια.
Έφυγα για πάντα και δε με ξαναείδε κανένας από τότε.
Επισκέπτομαι, όμως, αυτά τα μάτια την ώρα που κλείνουν.
Είμαι εκεί σε κάθε όνειρο και αγκαλιάζω εγώ το άρωμα καραμέλας.
Και το κρατάω μέχρι τ’ αστέρια να σβήσουν και να χαθούν…
…μαζί με μένα…
…μαζί μ’ αυτόν…
Που έφυγε για πάντα και μ’ άφησε μόνη στο σκοτάδι.
Μέχρι να έρθει η ώρα να τον ψάξω εγώ.
Και να τον βρω.
Narcissa Von Dellah