Νίκος Αρμπιλιάς - Συνέντευξη στο KoSALive.gr
- Πριν από λίγο καιρό παρουσίασες σε μια έκθεση στο Πολύκεντρο Θαλασσινού τα μουσικά όργανα που έχεις κατασκευάσει. Θα σταματήσεις να κάνεις μουσική για να φτιάχνεις όργανα;
Έχω την αίσθηση ότι όλες οι μορφές τέχνης είναι ένα πράγμα ενιαίο. Απλώς, είναι εκφάνσεις. Δηλαδή οι ίδιες ανησυχίες που μπορεί να έχεις σχετικά με στοιχειώδη και βασικά ζητήματα στη ζωή μπορούν να σου βγουν με τη μουσική, τη ζωγραφική ή τη γλυπτική. Η διαδικασία είναι μία.
- Κι εσύ με τη γλυπτική έχεις ιδιαίτερη σχέση...
Ναι, έτσι κάπως ξεκίνησα να φτιάχνω όργανα. Θεωρώ πως τα όργανα είναι τα πιο όμορφα γλυπτά. Οι καμπύλες είναι ασύλληπτες.
- Όπως οι ρεμπέτες που τα φτιάχνανε μόνοι τους – σκάβανε τους μπαγλαμάδες, φτιάχνανε τα μπουζούκια μόνοι τους...
Εμείς δεν μπορούμε να συγκριθούμε με τους παλιούς πια, γιατί δεν είμαστε λαϊκοί – και να θέλουμε, δεν είμαστε λαϊκοί καλλιτέχνες. Είμαστε μπολιασμένοι με αυτή την έννοια του “εντέχνου”, όχι όπως τη χρησιμοποιούμε “αγοραία” στο τραγούδι, αλλά με την έννοια ότι έχουμε κάποιες εγκύκλιες σπουδές που κάπου μας ακολουθάνε. Δεν είμαστε αυτό που λέμε “το πηγαίο ταλέντο”, το “ακατέργαστο”.
- Δεν είμαστε αυτοδίδακτοι, δηλαδή;
Εγώ αυτοδίδακτος είμαι στη μουσική, αλλά έχω διαβάσει πολλά πράγματα, άλλα πράγματα, παράλληλα. Έχω διαβάσει λογοτεχνία, ποίηση...
- Έχεις πάει και στη σχολή καλών τεχνών...
Ναι... Όλα αυτά δεν σου αφήνουν κανένα περιθώριο να έχεις τον αυθορμητισμό, την αμεσότητα ίσως, του λαϊκού καλλιτέχνη. Δεν είμαστε λαϊκοί καλλιτέχνες, θέλουμε - δεν θέλουμε.
- Ναι, αλλά, μήπως έτσι ακριβώς είναι ο σημερινός λαϊκός καλλιτέχνης; Θέλω να πω: άλλη η σημερινή εποχή – άλλος ο σημερινός λαϊκός καλλιτέχνης;
Υπάρχει μια πιθανότητα να είναι. Τώρα η εποχή είναι πολυπλοκότερη, βέβαια...
- Η σχέση σου με τα εικαστικά, ποια είναι;
“Ασκόπως”, εδώ και πάρα πολλά χρόνια -και το λέω “ασκόπως” γιατί αυτά τα πράγματα δεν τα έχει δει σχεδόν κανένας- φτιάχνω κόμικς, φτιάχνω γελοιογραφίες – όχι επικαιρότητας, ζωγραφίζω. Καλύπτω έτσι μια εσωτερική ανάγκη. Επίσης, εδώ και έξι – επτά χρόνια συμμετέχω σε δυο – τρεις εκθέσεις γελοιογραφίας: η μία είναι στην Τουρκία, η άλλη στην Πορτογαλία... Εδώ στην Ελλάδα συμμετέχω σε ένα μέρος που κάνει επί δεκατρία χρόνια συνεχώς... Και είναι προσπάθειες φοβερές..
- Τα ονόματα αυτών των διοργανώσεων;
Η μία, η οποία εμένα με συγκινεί και δίνω συνεχώς εδώ και επτά χρόνια, γίνεται στη Λιβαδειά. Είναι υπό την αιγίδα του Δήμου της Λιβαδειάς, αλλά την οργανώνει από μεράκι ο Γιάννης Γερούλιας. Αυτές οι εκθέσεις ξεκίνησαν να φιλοξενούν μικρές ομάδες ανθρώπων από την Ελλάδα, σιγά-σιγά έγιναν βαλκανικές και τώρα έχουν παγκόσμια εμβέλεια. Γίνονται σημαντικά πράγματα.. Κι εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι πως αυτό το πράγμα επιβεβαιώνει πως δεν γίνονται όλα στην πρωτεύουσα – γίνονται πράγματα και στην περιφέρεια. Και υπάρχει φρέσκο πράγμα. Συμμετέχουνε. Και κάθε χρόνο μετά την έκθεση τυπώνουν ένα βιβλίο με τους συμμετέχοντες. Δεν δίνουν βραβεία κλπ. Απλώς, τιμούν κάποιον “επώνυμο” - εντός εισαγωγικών. Και το βιβλίο μένει σαν αναμνηστικό…
- Ας επιστρέψουμε στα μουσικά όργανα που φτιάχνεις. Είναι εντυπωσιακά. Σου έχει δείξει κάποιος τον τρόπο να τα φτιάχνεις; Έχεις διαβάσει κάποια βιβλία για την κατασκευή τους;
Έχω ένα καλό φίλο, εξαιρετικό μουσικό και οργανοποιό από τη Θεσσαλονίκη, τον Γιάννη τον Αλεξανδρή που παίζει με τους Primavera en Salonico και τη Σαβίνα Γιαννάτου. Στην αρχή δεν τολμούσα να του πω ότι ξεκίνησα να φτιάχνω κάτι. Τελικά, όμως, όποτε βρισκόμουν σε αδιέξοδο τον έπαιρνα τηλέφωνο και αυτός με έχει καθοδηγήσει αρκετές φορές.
- Σε θυμάμαι, πολλά χρόνια πριν, να ψάχνεσαι για την κατασκευή οργάνων, να μιλάς –για παράδειγμα- για μαθηματικούς τύπους που με αυτούς υπολογίζεις την απόσταση των τάστων στα έγχορδα.
Είναι πολλά χρόνια αυτή η υπόθεση, αλλά τώρα –υποτίθεται- έχει “ψιλοωριμάσει”… Έχω καταλάβει τι γίνεται…
- Και οι πειραματισμοί αυτοί; Το όργανο με το βρυσάκι; Με το κουτί από μέλι;
Η ιδέα ήτανε ότι αν ζούσαμε -ας πούμε- στις παρυφές της Σαχάρα και δεν υπήρχε ξυλεία εκεί και θέλαμε να παίξουμε μουσική… Δεν θα παίρναμε οποιοδήποτε υλικό και θα προσπαθούσαμε να βγάλουμε μουσική; Αν ήμασταν σε κάποιο νησί στις Κυκλάδες και βρίσκαμε αυτό το βρυσάκι, γιατί να μη βγάλουμε από αυτό μουσική; Γιατί να μην το κάνουμε κιθάρα;
- Κάτι τέτοια κάνανε και οι μαύροι στην Αμερική…
Είχα δει κάτι φωτογραφίες… Κάτι μπλουζίστες προπολεμικοί που παίζανε με κάτι ντενεκέδες, με κάτι χορδές, με κάτι ξύλα που στραβώναν έτσι, κλπ…
- Ζωντανά γλυπτά, λοιπόν…
Το πράγμα που αγαπώ πιο πολύ είναι η γλυπτική. Όμως, οι συγκυρίες, η ανάγκη για βιοπορισμό και η δικιά μου η αντίληψη – η τότε, τουλάχιστον- που ήταν πολύ φονταμενταλιστική για την Τέχνη, με έκαναν να την εγκαταλείψω. Αλλά τώρα καταλαβαίνω ότι έχω την ανάγκη να εκφραστώ από αυτό το πράγμα. Φτιάχνω κι άλλα πραγματάκια. Αλλά η πιο σημαντική έκφραση είναι τα όργανα, που είναι γλυπτά.
- Το όνομά σου –Αρμπιλιάς- κρύβει, νομίζω, μέσα του τη λέξη «μάρμαρο» -marble στα αγγλικά. Κατάγεσαι από την Τήνο, κάποιος συγγενής σου έχει εργαστεί στην αναστήλωση του Παρθενώνα…
Ο Γιάννης Αρμπιλιάς. Δεν έχουμε συναντηθεί ποτέ αλλά είμαστε από την ίδια οικογένεια. Ήταν αρχιμάστορας στην Ακρόπολη και έχει τιμηθεί από την Ευρώπη γι αυτή του τη δουλειά, λίγο πριν βγει στη σύνταξη.
- Κι εσύ, όμως, έκανες κάτι ανάλογο εδώ στην Κω.
Ναι, στο αρχαίο Ωδείο. Έχω δουλέψει εκεί στην αναστήλωση και είμαι περήφανος γιατί ήταν μια πάρα πολύ καλή δουλειά και το ευχαριστηθήκαμε. Εκεί δουλέψαμε μαζί με τον Τάσο τον Χαλά. Οι δυό μας… Μαζί δουλέψαμε τα μάρμαρα και το ευχαριστηθήκαμε γιατί είναι δουλειά που χαίρεσαι και νοιώθεις δέος γι αυτό που κάνεις.
- Και οι μουσικές;
Οι μουσικές… Κάνω μουσικές. Με τις «Περιπλανήσεις» γράφουμε στίχους, κάνουμε μουσικές… Εμένα η άποψή μου είναι πως ο άνθρωπος πρέπει να ασχολείται με όλα, με τα πάντα. Βέβαια, αυτό σε δυσκολεύει στο να συγκεντρώνεσαι πάνω σε ένα πράγμα και να γίνεσαι «ειδικός» και να αποδίδεις τα μέγιστα πάνω σε έναν τομέα. Αλλά εγώ προτιμώ τους ανθρώπους που ασχολούνται με πολλά και διοχετεύονται σε πολλά πράγματα. Είμαι κατά της εξειδίκευσης.
- Αυτό μου θυμίζει το «Ημιμάθειας Εγκώμιο» του Γιώργου Παμπούκη και όσους υποστηρίζουν πως θα πρέπει να επιστρέψουμε στο μοντέλο του «οικουμενικού» ανθρώπου της Αναγέννησης, σε πιο ολιστικά συστήματα σκέψης… Κι εσύ ασχολείσαι με πολλά. Με το σκίτσο, με προγράμματα γραφικών και κινουμένων σχεδίων στον υπολογιστή. Με το internet ποια είναι η σχέση σου; Από όσα ξέρω έχεις σελίδα στο MySpace…
Δεν έχω και μεγάλη ευχέρεια. Είμαι και λίγο διχασμένος, ίσως και λόγω της γενιάς μου. Εγώ έχω βιώσει μια προκαπιταλιστική οικονομία, μια σχεδόν ανταλλακτική οικονομία. Και τώρα βιώνω, ας πούμε, τη χρήση της πιστωτικής κάρτας, του εικονικού χρήματος, ενώ γεννήθηκα σε ένα σπίτι που δεν είχε ούτε καν τηλέφωνο. Με οικονομίες του πατέρα μου και επειδή ήτανε και η μάνα μου φιλότεχνη, είχαμε ένα ράδιο. Και τώρα έχουμε μια πρόσβαση σε πληροφορίες οι οποίες δεν μας χρειάζονται. Έχουμε μια πρόσβαση, αλλά είμαι διχασμένος. Δηλαδή, εγώ θέλω να έχω παρουσία σε τέτοια πράγματα, αλλά θέλω να έχω και συνεχή επαφή με τους φίλους μου – φυσική επαφή.
- Ε, ναι… Κάπου έχει παραγίνει. Βλέπεις τον άλλο στο facebook και έχει 1000 «φίλους». Μου φαίνεται αστείο. Πού βρέθηκαν τόσοι φίλοι; Αν θέλεις δηλαδή να τους κεράσεις κι από έναν καφέ – τελείωσες… Και μετά, πού είναι τα «χειροπιαστά» πράγματα; Εμείς δουλεύουμε με υπολογιστές, αλλά είχαμε κάποιες περισσότερο «υλικές» εμπειρίες προηγουμένως… Εσύ, ας πούμε, κάνεις κινούμενα σχέδια στο pc, αλλά έχεις δουλέψει και με τον άλλο τρόπο –τα σκίτσα με το χέρι και μετά still camera κλπ… Tώρα, ένα νέο παιδί τι σχέση μπορεί να έχει με όλα αυτά τα «χειρωνακτικά»; Μήπως τα θεωρεί περιττά; Μήπως τελικά έχουμε γίνει μια ξεχασμένη γενιά;
Δεν είμαστε μια ξεχασμένη γενιά. Ένα νέο παιδί θα μπορούσε να έρθει σε επαφή με όλα αυτά τα πράγματα, αν διατηρηθούν κάποιοι «πυρήνες» -και δεν το λέω από συντηρητική σκοπιά- που θα μπορούσαν να το κρατάνε σε επαφή με τα χειροπιαστά πράγματα. Είναι πολύ χρήσιμο να ξέρεις πώς να αλλάζεις μια λάμπα, πώς να κρεμάς ένα κάδρο στον τοίχο. Για να το μάθει, όμως, αυτό ένα παιδί, πρέπει να μάθει να χειρίζεται ένα τρυπάνι. Για να χειριστεί ένα τρυπάνι πρέπει να του δοθεί ένα έναυσμα. Δηλαδή, ένα παιδί που πάει σχολείο και δεν έχει κανένα τεχνικό μάθημα στο σχολείο και στην καθημερινότητά του δεν έχει καμία τεχνική προσέγγιση σε ένα πρόβλημα, τότε οι αισθήσεις του πώς να τον βοηθήσουν; Μόνο με την εκπαίδευση θα μπορούσε να έρθει σε επαφή με έναν κόσμο που, δυστυχώς, σιγά-σιγά φεύγει. Όμως, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν ξέρει τι «παράγει». Γενικά, τα παιδιά δεν ξέρουν τι ακριβώς θέλουν να κάνουν. Και γι αυτό αναφέρθηκα σε «πυρήνες», σε εστίες έξω από το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα, που θα μπορούσαν να μάθουν σε ένα παιδί, για παράδειγμα, πώς να πάρει ένα κομμάτι ξύλο και να κάνει ένα μικρό γλυπτό.
- Ή, στη μουσική, πώς να ξεφύγει από τα «έτοιμα» -λούπες κλπ- και να φτιάξει ένα μικρό δικό του μοτίβο…
Μια νότα μέσα από τον υπολογιστή ποτέ δεν θα έχει την «ένταση» και την αγωνία του σώματός σου, του χεριού σου που την έχει παίξει. Αυτό δεν μπορεί να αποτυπωθεί. Και έπειτα, μουσική θα πρέπει να παίξουμε με τους φίλους μας. Ο υπολογιστής είναι μεγάλη βοήθεια, αλλά δεν θα παίξουμε μόνοι μας μουσική… Ο υπολογιστής δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα καλό μολύβι…
Εμείς οι άνθρωποι κολυμπάμε στο χρόνο. Είμαστε πλεούμενα γιατί δεν πατάμε στο έδαφος – φεύγουνε πράγματα από κάτω. Εκείνο που θα μπορούσε να μας δέσει με όλα τα ζωντανά πράγματα είναι η παράδοση –και δεν εννοώ ούτε τις φουστανέλες, ούτε τις βράκες. Παράδοση είναι το απτό πράγμα που έχουμε δει από τον πατέρα μας ή από τον μάστορα απέναντι που έχει κτίσει τον τοίχο. Δεν εννοώ το φολκλόρ. Μπορούμε να ρίξουμε άγκυρες σε συγκεκριμένα πράγματα. Να έχουμε γενικές γνώσεις. Να αναρωτιόμαστε, ας πούμε, βλέποντας τον Παρθενώνα γιατί είναι έτσι οι κολώνες και δεν είναι λεπτότερες. Γιατί και η αισθητική έχει σχέση με χειροπιαστά πράγματα. Δεν είναι μόνο εγκεφαλική διαδικασία. Η αισθητική είναι αποτέλεσμα και της εξέλιξης των εργαλείων. Δεν είναι μια ακαδημαϊκή εξαγγελία. Έτσι και στις μέρες μας αυτό που θα αφήσει αδρό αποτύπωμα για τις επόμενες γενιές είναι αυτό που θα βγει μέσα από αυτό τον προβληματισμό.
- Η δημοκρατία του ίντερνετ;
Αυτή η υπερπροσφορά πληροφορίας δεν έχει να κάνει με τη γνώση. Επίσης, η τεχνολογία μπορεί να παρέχει τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε ατάλαντο να κάνει ένα τραγούδι, το οποίο μπορεί να είναι βλακώδες και να το αναρτήσει στο youtube. Προσθέτει τίποτα αυτό σε εμάς τους δέκτες αυτής της πληροφορίας; Μάλλον όχι.
Αυτή την εποχή παρακολουθούμε την κατάρρευση του οικοδομήματος που λέγεται «παραγωγή δίσκων». Δεν σημαίνει όμως πως, επειδή καταρρέουν οι δισκογραφικές εταιρείες, οτιδήποτε εναλλακτικό εμφανιστεί θα είναι και καλό ή θα κρατήσει στο χρόνο. Εγώ νομίζω πως αυτό που γινόταν με τις εταιρείες ήταν καραγκιοζιλίκι, εντελώς. Τι θα πει, ας πούμε, «εγώ είμαι παραγωγός» σε κάποιο δίσκο και σου διαμορφώνω και τον ήχο; Σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις, έχει κάνει πράγματα, ναι, ο παραγωγός… Αλλά σε αμέτρητες άλλες, τίποτα – απλά σε κλείνει σε μια κονσέρβα. Τέλος πάντων, μας αρέσει κάθε τόσο να λέμε πως ζούμε σε μια μεταβατική εποχή και αυτή που ζούμε, μάλλον μεταβατική εποχή είναι.
- Μήπως είναι τελικά μια περιπλάνηση;
Και η περιπλάνηση, τελικά, τι είναι; Μια βόλτα χωρίς σκοπό. Δεν υπάρχει διαδρομή προκαθορισμένη… Το βασικό είναι πως δεν υπάρχει δημοκρατία. Και για την έννοια της δημοκρατίας θα μπορούσαμε να συζητάμε πολλές ώρες… Είναι μια πολύ ελκυστική λέξη, αλλά η ουσία της ποια είναι; Να την πω έτσι χυδαία την ουσία της ποια είναι; Θα ακουστεί αριστοκρατικό και μπορεί να παρεξηγηθεί: Εγώ, έχω μια συγκροτημένη άποψη για πολλά πράγματα: για την οικονομία, την παιδεία, τον τουρισμό, για την ουσία της δημοκρατίας… Κάθε τέσσερα χρόνια, λοιπόν, πάω να ψηφίσω. Και μπροστά μου στη σειρά υπάρχει μια γριούλα, η οποία δεν έχει συναίσθηση των πραγμάτων για χίλιους-δυο λόγους. Μπορεί να είναι άρρωστη ή να έχει τα προβλήματά της, ή μπορεί να έχει πεθάνει το παιδί της… Και ρίχνουμε την ψήφο μας και οι δυο σε ένα σύστημα το οποίο δεν είναι δυνατό να λειτουργήσει ούτε για μένα ούτε για κείνη. Γιατί;
- Πως είναι τώρα η Αριστερά;
Εγώ παιδιόθεν, που λένε, είμαι σε αυτό το χώρο. Αλλά τα τελευταία χρόνια έχω αντιληφθεί –και το λέω με «πόνο»- ότι η Αριστερά, παγκοσμίως, είναι αμήχανη. Δεν έχει να πει τίποτα. Από τη μια εκτοξεύει διάφορες καταγγελίες και ιστορίες και από την άλλη, κλονισμένη από τις ανακατατάξεις του τέλους του προηγούμενου αιώνα, ακόμα δεν έχει τεκμηριώσει κάτι, δεν έχει πει τίποτα. Εγώ έχω μια δικιά μου θεωρία και γι αυτό θεωρώ τον εαυτό μου αριστερό: η διαφορά ανάμεσα σε ένα δεξιό κι ένα αριστερό είναι πως αριστερός είναι ένας άνθρωπος που κάνει γενικά το καλό, ενώ δεξιός είναι κάποιος που κάνει το καλό για τον εαυτό του.
- Να επιστρέψουμε στη μουσική;
Έχω την αίσθηση πως στην Ελλάδα δεν γίνεται τίποτα απολύτως στη μουσική. Δεν ξέρω αν υπάρχουν κάποια νέα παιδιά που εγώ δεν ξέρω τι κάνουν –ενώ παρακολουθώ πάρα πολύ στενά- και μου ξεφεύγουνε… Αλλά στην Ελλάδα δεν γίνεται τίποτα. Όλο αυτό το κυρίως πράγμα που κυλάει –και οι καταξιωμένοι και οι μη καταξιωμένοι και οι πιτσιρικάδες που θα ‘πρεπε να είναι σε αγωνίες μπας και βγούνε καινούργια πράγματα… Τίποτα δεν γίνεται. Και όλο αυτό με την ιστορία του «εντέχνου» θα έπρεπε να έχει τελειώσει. Το «έντεχνο» είναι ένας βρικόλακας ο οποίος περιφέρεται ασκόπως. Είναι κι ένας όρος που είναι ασαφής εντελώς. Εγώ δεν ξέρω τι εκφράζει, δεν ξέρω ποιους περικλείει αυτό το πράγμα μέσα του. Και δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Αυτό που χαρακτηρίζει τη νέκρα στο ελληνικό τραγούδι είναι το εξής: πώς ξεκινάει ένας άνθρωπος; Σε ιδανικές περιπτώσεις κάποιος γράφει ένα τραγούδι, όχι για να υπερβεί την καθημερινότητά του, όχι για να κάνει καριέρα, όχι για να βγάλει λεφτά, όχι για να βγάλει γκόμενα… Γράφει ένα τραγούδι γιατί έτσι του τη βάρεσε, επειδή έχει ανάγκη να πει κάτι. Αυτό το πράγμα δεν υπάρχει σήμερα. Όλοι κοιτάνε να είναι μέσα στο mainstream ο ήχος τους, ο λόγος κλπ., για να «πετύχουνε» κάτι, να κάνουνε μια ψιλο-καριέρα. Ζούμε τα απόνερα της δεκαετίας του 80 και της άποψης ότι πρέπει να κάνουμε καριέρα. Βλέπω πιτσιρικάδες που λένε πως θα πρέπει να φτιάξουμε ένα σχήμα «τέτοιο» που να είναι πιασάρικο «έτσι», για να κάνουμε επιτυχία…
- Αυτό που ξεχνάνε είναι πως καλλιτέχνες, όπως ο Σαββόπουλος τότε, κάνανε ρήξη. Ήταν «έξω», φέρανε κάτι καινούργιο και παρατήσανε διάφορα άλλα, άλλες καριέρες στις οποίες θα μπορούσαν να είναι «σωστοί» για τα τότε δεδομένα…
Είναι ελάχιστοι σήμερα αυτοί που θα ήταν έτοιμοι για ένα τέτοιο βήμα. Αν ήμουνα είκοσι χρονών σήμερα, η μουσική που θα έπαιζα –δεν μπορώ να την περιγράψω, αλλά- θα ήταν έξω από το «παραδοσιακό» ροκ, έξω από το πανκ, έξω από όλα αυτά που τα έχουν προσεγγίσει τα σκυλάδικα και τα αναπαράγουν με τον χυδαιότερο τρόπο. Θα ήταν, δεν ξέρω τι θα ήταν, αλλά πάντως έξω από όλα αυτά. Ίσως παρακολουθώντας και τους άλλους τομείς της Τέχνης οι οποίοι είναι λιγότερο λαϊκοί, όπως η ζωγραφική να συμβαίνει το ίδιο, όμως. Κι εκεί το τελευταίο «μπαμ» έγινε με την pop art τη δεκαετία του 60. Μετά, από εκεί και πέρα, έχουμε αυτό το μεταμοντέρνο το οποίο δεν είναι τίποτα. Γενικά, υπάρχει μια αμηχανία. Κι αυτή η αμηχανία αποτυπώνεται σε όλους τους τομείς. Βλέπεις να γίνεται μια έκθεση «βαρβάτη», στην Tate gallery –ας πούμε- στο Λονδίνο και είναι αηδίες. Δεν λένε τίποτα. Και πηγαίνω στην έκθεση του Τσαρούχη πριν λίγο καιρό, δίχως να είμαι νοσταλγός ή θιασώτης του παλιού, πάνω στο Μπενάκη και έβαλα τα κλάματα. Είδα την αγωνία ενός ανθρώπου να αποτυπώσει ακόμα και πάνω σε παλιόχαρτα αυτό που νοιώθει. Και όχι να ξεγελάσει για να βγάλει λεφτά. Εκεί είναι όλη η ιστορία. Δεν μπορώ να αντιπαραθέσω τον Τσαρούχη με τον Ντέμιαν Χερστ ή πως τον λένε αυτόν τον «απατεώνα». Αυτός είναι για να διαχειρίζεται εκατομμύρια και μάλλον δεν τον ενδιαφέρει και τίποτα άλλο. Κι εγώ αρκετές φορές έχω πει πως τα έχουν κάνει όλα. Η δική μας όμως προσπάθεια δεν είναι ούτε για να διεισδύσουμε σε χώρους ούτε για να διεμβολίσουμε ρεύματα. Αποτυπώνουμε αυτό που έχουμε στο μυαλό μας.
- Εγώ αυτό το είδος τέχνης στην εποχή μας το βλέπω στο ραπ και στα γκράφιτι. Το αληθινό ραπ, όχι τις χιουμοριστικές παρωδίες που πλασάρονται. Και τα γκράφιτι τα βλέπω αληθινά γιατί εκεί ο καλλιτέχνης λέει «εγώ θα σου βάψω τον τοίχο επειδή έτσι νοιώθω» ρισκάροντας αν τον πιάσουν να καταλήξει στο αυτόφωρο…
Στην ασχήμια μιας πόλης, παρεμβαίνει με τον δικό του τρόπο και την ξετρυπάει… Υπάρχουν παιδιά στην Αθήνα που κάνουν εκπληκτικά πράγματα. Αλλοιώνουν αυτή τη μουντάδα της πόλης. Τη διαμορφώνουν. Αλλά αυτά είναι εξαιρέσεις. Η τελική αίσθηση που έχω είναι ότι δεν γίνεται τίποτα.
-Και οι «Μικρές Περιπλανήσεις»;
Με τις Μικρές Περιπλανήσεις υπάρχει αυτή την εποχή μια δικτύωση. Γίναμε φίλοι με κάποιους ανθρώπους μέσω αυτών των πραγμάτων που συζητούσαμε πριν. Για παράδειγμα, υπάρχει ένας γιατρός, νέος στην ηλικία, από τη Θεσσαλονίκη, ο Στέργιος Πολύζος. Γράφει στίχους, έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές. Με αυτόν τον άνθρωπο έχουμε μια κοινή αισθητική. Δηλαδή, συζητάμε και μετά από μια βδομάδα στέλνει ένα στίχο. Υπάρχει μια αίσθηση συγγένειας. Ένας άλλος φίλος είναι ο Μάνος Λεοντίδης από τη Σητεία. Και με αυτόν έχουμε «βρεθεί» με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Κι αυτός γράφει και στέλνει στίχους. Υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι γύρω-γύρω, όπως ο Γιώργος ο Χάκας, από την Αθήνα. Και υπάρχει το εξής: συνομιλούμε, η καθημερινότητά μας είναι διαφορετική, οι αισθητικές μας είναι συγγενικές πολύ… Συνομιλούμε, προβληματιζόμαστε με σχεδόν τα ίδια πράγματα, είμαστε σε επαφή και τα τραγούδια που κάνουμε τώρα βγαίνουν με αυτό τον τρόπο. Δεν τα κάνουμε μόνο εμείς που είμαστε εδώ στην Κω, γιατί κι οι άλλοι είναι «οργανικά» μέλη. Και θεωρώ πως αυτό το πράγμα είναι κατάκτηση γιατί εμείς γνωρίσαμε μέσα από αυτή τη διαδικασία άλλους ανθρώπους που μεταφέρουν τον δικό τους λόγο, τη δική τους αισθητική. Το δικό τους το πραγματάκι αναμιγνύεται με το δικό μας και βγαίνει ένα καινούργιο πραγματάκι.
- Στο φινάλε και η ίδια η μουσική επικοινωνία είναι…
Το σχήμα των Μικρών Περιπλανήσεων τώρα είναι, ο Χρήστος ο Γαμβρέλλης που είναι εδώ στην Κω, ο Μάνθος ο Αρμπελιάς που είναι εδώ, εγώ που είμαι εδώ, ο Γιάννης ο Παπαστεργίου που είναι στα Γρεβενά, ο Μήτσος ο Μυστακίδης που είναι στη Θεσσαλονίκη και οι υπόλοιποι που είπαμε, που είναι γύρω, γράφουν στίχους και έχουμε άμεση επαφή. Κι ακόμα δεν έχουμε μάθει να χρησιμοποιούμε καλά το διαδίκτυο. Φαντάσου τι θα γίνεται σε μερικά χρόνια…