Εθνικισμός και Ιδεολογίες
-γράφει ο Παναγιώτης Βουλιάκης-
Για τον Habermas, ο εργαλειακός[1] χαρακτήρας του ορθολογισμού -η χρησιμοθηρική εκδοχή της επιστημονικής αντικειμενικότητας- αρθρώνει τις κοινωνικές σχέσεις σε θετικά πλαίσια ελέγχου (με την επιστημονική οργάνωση των διοικητικών θεσμών), νομιμοποιώντας συστήματα κυριαρχίας, με αποτέλεσμα την απόλυτα αφαιρετική εκδοχή του ατόμου.
Η ατομική ύπαρξη πραγματοποιεί τη ζωή της μέσα από κάποια ομαδική ταυτότητα[2].
Η δημιουργία και η συγκρότηση της κοινωνίας, σε οποιαδήποτε περίοδο της ιστορίας, γίνεται μέσα από τη διαρκή αναγωγή του εγώ στο εμείς. Ως ιδιαίτερο σύνολο το εμείς αποτελεί την ειδοποιό διαφορά αυτού του συνόλου έναντι των άλλων, των ξένων. Για να διατηρηθεί και να εξελιχθεί, η κοινωνία πρέπει να συντηρηθεί και να αναπαραχθεί – με την απλή βιολογική έννοια. Όμως αυτό δεν καθορίζει την ιδιαιτερότητα ούτε τη συνοχή μιας κοινωνίας ή τη συνέχειά της μέσα στην ιστορία.
Μέσω της θέσμισης του φαντασιακού «κάθε κοινωνία ορίζει και επεξεργάζεται μια εικόνα του φυσικού κόσμου, του σύμπαντος μέσα στο οποίο ζει, προσπαθώντας κάθε φορά να διαμορφώσει ένα σημαίνον όλο μέσα στο οποίο πρέπει να βρούν τη θέση τους και τα φυσικά αντικείμενα και όντα που έχουν σημασία για τη ζωή του κοινωνικού συνόλου ασφαλώς, αλλά και αυτό το ίδιο το σύνολο, όπως και μια ορισμένη 'τάξη του κόσμου.'»[3] Ερωτήματα με πολλαπλότητα και πολυειδία απαντήσεων, σύμβολα (τοτέμ, θυρεοί, σημαίες), πίστεις (θεοί ή μονοθεϊστικές θρησκείες), έννοιες που υπερβαίνουν την απλή πραγματικότητα ή λειτουργικότητα (αρχαία πόλις, αυτοκρατορία, έθνος) καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ιστορία και την ίδια την εξέλιξη του ανθρώπου. Οδηγούν κοινωνίες και εκατομμύρια ανθρώπων στον πόλεμο ή στην αυτοδιάθεση –εθνική ή κοινωνική.
Μια σημασία του φαντασιακού δεν μπορεί να εξηγηθεί μέσω του ορθολογικού – λειτουργικού. Δεν υφίσταται κανονιστικός λόγος ο οποίος να δίνει κατηγορηματική απάντηση σε ερωτήματα όπως π.χ. τι είναι έθνος και ποια στοιχεία το συγκροτούν, τι είναι εθνικό και ποιοι παράμετροι το ορίζουν. Υπάρχουν μόνο προσεγγίσεις. Η θρησκεία και το είδος της είναι ένας ικανός αλλά καθόλου απαραίτητος όρος. Η γλώσσα επίσης – πολλά έθνη συγκροτήθηκαν μιλώντας διαφορετικές γλώσσες ή διαλέκτους. Η κοινή ιστορία – αναμφισβήτητα ικανός όρος - προϋποθέτει την από κοινού παραδοχή της ιστορίας.
Θα πρέπει να ορίσουμε το έθνος προσαρμόζοντας την ερμηνευτική μας στο αποτέλεσμα, αναγνωρίζοντας την τυχαιότητα και την πολλαπλότητα των αιτίων της πολιτισμικής και της βουλησιακής προσέγγισης ομάδων. Οι φαντασιακές σημασίες και οι διαδοχικές, ιστορικά, θεσμίσεις τους, διαπερνούν το έθνος συγκροτώντας και επιβάλλοντας ιδέες, συστήματα αξιών, διαγωγής και νόμων, μορφές και τρόπους πολιτικής, επιστημονικές καινοτομίες και θεωρίες, μεθόδους σκέψης και εκπαίδευσης, αντιλήψεις περί τέχνης και καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Οι φαντασιακές σημασίες συγκροτούνται, εξελίσσονται και επιβάλλονται ως θεσμίσεις. Η σύγκρουση σημασιών και θεσμίσεων διαπερνά όλα τα μεγάλα πεδία του γίγνεσθαι και του πράττειν μιας κοινωνίας, ενός έθνους-κράτους, δημιουργώντας πραγματική ιστορία, συνέχεια, εναλλαγή διερωτήσεων και προταγμάτων, που άλλοτε οδηγούν σε φενακισμούς, λαβυρίνθους και καταστροφές, και άλλοτε σε νέους χώρους αυτοπροσδιορισμού. Άλλοτε πάλι, οδηγούν μεγάλα τμήματα κοινωνιών στο να θελήσουν και να επιδιώξουν την κατάκτηση του άλλου, του 'διαφορετικού'.
Η σημασία του έθνους συνδέεται άμεσα με τη συγκρότηση των κρατών, την ανάδυση των βιομηχανικών κοινωνιών[4], την κυριαρχία συνολιστικών συστημάτων σκέψης – ιδεολογιών.
Ο εθνικισμός, ως τμήμα ενός συνολιστικού συστήματος σκέψης, εξελίσσεται από αυτή τη διαδικασία συγκρότησης – μετάβασης από την πολλαπλότητα (και την ιδιαιτερότητα) των προ-βιομηχανικών κοινωνιών προς την απολυτοποίηση και την ομοιογένεια της αχανούς σημασίας του έθνους. Έχει προϋπόθεση και θεωρεί ως δεδομένη την κοινή ιστορία, την πολιτισμική ομοιογένεια και την εθνική 'καθαρότητα' έναντι των 'ξένων', των προσμείξεων, του 'διαφορετικού'. Ταυτίζει το κράτος και τα σύνορα με την εθνικότητα των εντός συνόρων πολιτών, αποσκοπώντας στην εθνική πολιτισμική καθαρότητα και ομοιογένεια.
Ως συγκεκριμένη αξίωση ότι το έθνος οφείλει να έχει πολιτική έκφραση στο δικό του κυρίαρχο κράτος, ο εθνικισμός δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Περιορίζεται στη νεωτερικότητα.[5] Ως ιδέα, γεννήθηκε στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Ο αντι – Ιακωβίνος Γάλλος ιερέας Augustin Barruel χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον όρο, το 1789.[6] Μέχρι τότε, οι χώρες θεωρούνταν «βασίλεια» ή «πριγκιπάτα» και οι κάτοικοι μιας χώρας δεν ήταν παρά «υπήκοοι»: η πολιτική τους ταυτότητα διαμορφωνόταν μέσα από την υποταγή στον άρχοντα ή στην άρχουσα δυναστεία, δίχως κάποια αίσθηση εθνικής ταυτότητας ή πατριωτισμού. Όμως, το 1789 στη Γαλλία, οι επαναστάτες εξεγέρθηκαν ενάντια στον Λουδοβίκο ΙΣΤ', «στο όνομα του λαού», και με τον όρο αυτό αντιλαμβάνονταν το «Γαλλικό έθνος». Οι ιδέες τους επηρεάστηκαν από τα συγγράμματα του Jean-Jacques Rousseau και το νέο δόγμα της λαϊκής αυτοκυβέρνησης. "Οι «υπήκοοι του στέμματος» θα έπρεπε να γίνουν «πολίτες της Γαλλίας». Το έθνος θα έπρεπε να είναι αφέντης του εαυτού του."[7]
Ο 19ος αιώνας ήταν μια περίοδος οικοδόμησης των εθνών. Ήδη στα μέσα του ο εθνικισμός ήταν ευρέως αποδεκτός ως πολιτικό δόγμα ή κίνημα. Αποτέλεσε κυρίαρχο συστατικό των επαναστάσεων που σάρωσαν την Ευρώπη το 1848. Ξανασχεδίασε τον χάρτη της Ευρώπης, καθώς οι απολυταρχικές και πολυεθνικές αυτοκρατορίες άρχισαν να καταρρέουν μπροστά στη φιλελεύθερη και εθνικιστική πίεση.
Αρχικά ο ενθουσιασμός ίσως να περιοριζόταν σε μεγάλο βαθμό στις ανερχόμενες μεσαίες τάξεις, που γοητεύονταν από την ιδέα της εθνικής ταυτότητας και της συνταγματικής διακυβέρνησης. Όμως μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα , ο εθνικισμός είχε καταστεί πραγματικά ένα λαϊκό κίνημα, μέσα από την εξάπλωση των σημαιών, των εθνικών ύμνων, της πατριωτικής ποίησης και λογοτεχνίας, των δημόσιων τελετών και των εθνικών αργιών. Έγινε η γλώσσα της πολιτικής των μαζών, γεγονός που κατέστη εφικτό με την ανάπτυξη της βασικής εκπαίδευσης, την εκμάθηση γραφής και ανάγνωσης από τις μάζες και την εξάπλωση των λαϊκών εφημερίδων.[8] Από τότε και μέχρι τις ημέρες μας, ο εθνικισμός, σαν δόγμα, έχει σημαδέψει με κάθε τρόπο τις πιο σημαντικές και συστηματικές πολιτικές ιδεολογίες. Η διαμάχη γύρω από τον πολιτικό χαρακτήρα του είναι ανεξάντλητη, αφού μπορεί να εμφανίζεται, τόσο ως προοδευτική και απελευθερωτική δύναμη, που εξασφαλίζει την εθνική ενότητα και ανεξαρτησία, όσο και ως ανορθολογικό και αντιδραστικό δόγμα, που επιτρέπει στους πολιτικούς ηγέτες να ακολουθούν πολιτικές στρατιωτικής επέκτασης και να διεξάγουν πολέμους.
Επίσης, ανεξάρτητα από την καταγωγή των εθνών, ορισμένες μορφές εθνικισμού έχουν σαφώς πολιτισμικό μάλλον παρά πολιτικό χαρακτήρα. Ο πολιτισμικός εθνικισμός κατά κανόνα παίρνει τη μορφή της εθνικής αυτοκατάφασης. Είναι το μέσο δια του οποίου ένας λαός αποκτά ξεκάθαρη αίσθηση της ταυτότητάς του μέσω της ανάπτυξης της εθνικής υπερηφάνειας και του εθνικού αυτοσεβασμού.
Θα πρέπει ίσως να αντιμετωπίζουμε τον εθνικισμό όχι ως ένα μοναδικό και συνεκτικό φαινόμενο αλλά ως μια σειρά «εθνικισμών»: ως ένα σύμπλεγμα παραδόσεων που το μοναδικό κοινό χαρακτηριστικό τους είναι το γεγονός ότι όλες αναγνωρίζουν με τον τρόπο τους την κεντρική πολιτική σημασία του έθνους.
Ο πανταχού παρών εθνικισμός
Ο εθνικισμός διαμορφώνεται από τα πολιτικά ιδεώδη εκείνων που τον ασπάζονται και φαίνεται να διασχίζει όλο το ιδεολογικό φάσμα. Από τις μεγάλες ιδεολογίες, ίσως μόνο ο αναρχισμός είναι εντελώς αντίθετος με τον εθνικισμό. Όλοι οι υπόλοιποι έχουν συνδεθεί με τον εθνικισμό, καθένας με τον τρόπο του: φιλελεύθεροι, συντηρητικοί, σοσιαλιστές, φασίστες, ακόμα και κομμουνιστές.
Ο εθνικισμός συνδέεται με τις ιδεολογίες χωρίς να έρχεται σε εσωτερική αντίφαση, και αυτό τον κάνει "πανταχού παρόντα" και ισχυρό. Η επιτυχία του σχετίζεται με την εγγενή ρευστότητα και ακαθοριστία του, η οποία έγκειται στο ότι ο εθνικισμός δεν προσδιορίζει τα μέσα επίτευξης του σκοπού του, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο ένα έθνος θα διεκδικήσει το κράτος του, ούτε όμως και το ποιος αποτελεί μέρος του έθνους, αφού το έθνος δεν ορίζεται επακριβώς. Εξαιτίας αυτής της ασάφειας, ο εθνικισμός μπορεί να συνδυαστεί με δημοκρατικά ή αυταρχικά στοιχεία, και είναι αυτή η ασάφειά του που τον κάνει ιδιαίτερα αποδεκτό στο συλλογικό ασυνείδητο. "Μάλιστα, στην πράξη, φαίνεται ότι ο εθνικισμός δεν έχει όρια και περιορισμούς σε σχέση με άλλες ιδεολογίες και θρησκείες."[9]
"Ο εθνικισμός παρουσιάζει όλα τα συμπτώματα ενός πολιτικού ισοδύναμου του συνδρόμου πολλαπλής προσωπικότητας. Κατά καιρούς, υπήρξε προοδευτικός και αντιδραστικός, δημοκρατικός και δεσποτικός, απελευθερωτικός και καταπιεστικός, αριστερός και δεξιός."[10]
Φιλελεύθερος εθνικισμός
Κλασική μορφή του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού, ο φιλελεύθερος εθνικισμός χρονολογείται από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και ενσωματώνει πολλές από τις αξίες της. Θεμελιώνεται στην παραδοχή ότι η ανθρωπότητα είναι εκ φύσεως διαιρεμένη σε έθνη, τα οποία είναι αυθεντικές ή οργανικές κοινότητες. Κάθε έθνος έχει ξεχωριστή ταυτότητα. Κανένα έθνος δεν είναι δημιούργημα πολιτικών ηγετών ή κυρίαρχων τάξεων. Η ιδέα του έθνους συνδέεται με την πίστη στη λαϊκή κυριαρχία. Βασική θεματική του φιλελεύθερου εθνικισμού είναι μια δέσμευση στην αρχή της εθνικής αυτοδιάθεσης: το έθνος είναι κυρίαρχη οντότητα, ανεξάρτητη και με δημοκρατική κυβέρνηση.
Στόχος του φιλελεύθερου εθνικισμού είναι η συγκρότηση ενός έθνους-κράτους, ενός κράτους στο οποίο τα όρια της κυβέρνησης συμπίπτουν κατά μέγιστο δυνατό τρόπο με τα όρια της εθνικότητας.
Τελικός σκοπός του φιλελεύθερου εθνικισμού είναι η οικοδόμηση ενός κόσμου κυρίαρχων εθνικών κρατών.
Για τον φιλελεύθερο εθνικισμό όλα τα έθνη είναι ίσα: δεν προωθεί τα συμφέροντα ενός έθνους σε βάρος των άλλων. Διακηρύσσει ότι κάθε έθνος έχει δικαίωμα στην ελευθερία και την αυτοδιάθεση. Ο εθνικισμός, από αυτή τη σκοπιά, δεν είναι απλώς μέσο διεύρυνσης της πολιτικής ελευθερίας, αλλά και μηχανισμός διασφάλισης μιας ειρηνικής και σταθερής παγκόσμιας τάξης. Παράλληλα, ο φιλελευθερισμός είναι αντίθετος με την προοπτική ενός εθνικισμού απομονωτιστικού και αποκλειστικού, υποστηρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα πρέπει να εξισορροπείται από μια αντίρροπη έμφαση στον κοσμοπολιτισμό, με τον τρόπο που αυτός προωθείται από υπερεθνικά σώματα που έχουν στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των εθνών.[11]
Συντηρητικός εθνικισμός
Μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι συντηρητικοί πολιτικοί αντιμετώπιζαν τον εθνικισμό ως ανατρεπτικό, αν όχι επαναστατικό δόγμα. Με την πάροδο των χρόνων, συντηρητισμός και εθνικισμός συνδέονταν ολοένα και περισσότερο. "Στη σύγχρονη πολιτική ο εθνικισμός έγινε άρθρο πίστης για τους περισσότερους, αν όχι όλους τους συντηρητικούς."
Ο συντηρητικός εθνικισμός έχει να κάνει περισσότερο με τις υποσχέσεις κοινωνικής συνοχής και δημόσιας τάξης που ενσαρκώνονται στο αίσθημα του εθνικού πατριωτισμού. Το έθνος θεωρείται οργανική ενότητα που πηγάζει από την επιθυμία των ανθρώπων να συναναστρέφονται εκείνους που έχουν τις ίδιες απόψεις, συνήθειες, τρόπο ζωής και εμφάνιση με τους ίδιους. Τα ζητούμενα είναι η ασφάλεια και η ταυτότητα μέσω της συμμετοχής σε μια εθνική κοινότητα. Η αφοσίωση στην πατρίδα και η συνείδηση του έθνους ριζώνουν κατά κύριο λόγο στην ιδέα ενός κοινού παρελθόντος που μετατρέπει τον εθνικισμό σε υπεράσπιση αξιών και θεσμών ιστορικά κατοχυρωμένων. Ο εθνικισμός γίνεται μια μορφή παραδοσιοκρατίας, παίρνοντας κάποια νοσταλγική και παρελθοντολογική χροιά.
Η εσωστρέφεια και ο απομονωτισμός χαρακτηρίζουν τον συντηρητικό εθνικισμό. Συνδέεται, έτσι, με μια στενά πολιτισμική έννοια του έθνους: την άποψη, δηλαδή, ότι ένα έθνος είναι μια αποκλειστική εθνοτική κοινότητα που μοιάζει σε γενικές γραμμές με διευρυμένη οικογένεια. Μια ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή χαράσσεται μεταξύ των μελών του έθνους και εκείνων που είναι ξένοι. "Επιμένοντας στη διατήρηση της πολιτισμικής καθαρότητας και των καθιερωμένων παραδόσεων, οι συντηρητικοί μπορεί να παρουσιάζουν τους μετανάστες, ή γενικά τους ξένους σαν απειλή, προωθώντας έτσι, ή τουλάχιστον ενθαρρύνοντας, τον φυλετισμό και την ξενοφοβία."[12]
Οι υπόλοιπες απόψεις για το έθνος
Για τους φασίστες, το έθνος είναι ένα οργανικά ενοποιημένο κοινωνικό σύνολο, συχνά καθορισμένο από τη φυλή, που δίνει σκοπό και νόημα στην ύπαρξη του ατόμου. Τα έθνη συγκρούονται μεταξύ τους μέσα από έναν αγώνα για επιβίωση, στον οποίο ορισμένα προορίζονται να νικήσουν και άλλα να καταστραφούν.[13] Ο Εμίλιο Τζεντίλε, στο άρθρο του για τον φασισμό στην Enciclopedia Italiana το 1992 ορίζει τον φασισμό, μεταξύ άλλων, ως ένα κίνημα που βασίζει την ταυτότητά του όχι στην κοινωνική ιεραρχία ή την ταξική καταγωγή αλλά στην αίσθηση της συντροφικότητας, που πιστεύει ότι είναι επιφορτισμένο με την αποστολή της εθνικής αναγέννησης. Ο φασισμός είναι μια ολοκληρωτική αντίληψη της προτεραιότητας της πολιτικής, νοούμενης ως μιας εμπειρίας που θα επιτελέσει τη συγχώνευση του ατόμου και των μαζών σε μια οργανική και μυστικιστική ένωση του έθνους ως μιας εθνοτικής και ηθικής κοινότητας, υιοθετώντας διακρίσεις και διώξεις εναντίον εκείνων που θεωρούνται πως βρίσκονται έξω από αυτή είτε ως εχθροί του καθεστώτος είτε ως μέλη φυλών που θεωρούνται κατώτερες ή επικίνδυνες για την ενότητα του έθνους.[14]
Για τους φονταμενταλιστές, τα έθνη, ουσιαστικά, είναι θρησκευτικές οντότητες, κοινότητες «πιστών». Αν λάβουμε υπ' όψη πως η θρησκεία σπάνια συμπίπτει με τα συμβατικά έθνη, μπορούμε να σχηματίσουμε την ιδέα των υπερεθνικών θρησκευτικών κοινοτήτων, όπως το «έθνος του Ισλάμ».
Οι σοσιαλιστές τείνουν να θεωρούν το έθνος ως τεχνητή διαίρεση της ανθρωπότητας, της οποίας σκοπός είναι να αποκρύψει την κοινωνική αδικία και να υποστηρίξει την καθεστηκυία τάξη. Τα πολιτικά κινήματα και η πολιτική αφοσίωση θα έπρεπε επομένως να έχουν διεθνή, και όχι εθνικό, χαρακτήρα.[15]
Σοσιαλισμός και εθνικισμός
Οι σοσιαλιστικές ιδέες είχαν, ωστόσο, ισχυρή απήχηση στους εθνικιστές του αναπτυσσόμενου κόσμου. Ο σοσιαλισμός ενσωματώνει τις αξίες της κοινότητας και της συνεργασίας, που ήδη ήταν γερά εδραιωμένες στις παραδοσιακές, προβιομηχανικές κοινωνίες. Επίσης, σημαντικό είναι το γεγονός πως ο σοσιαλισμός, και πιο συγκεκριμένα ο μαρξισμός, παρείχαν μια ανάλυση της ανισότητας και της εκμετάλλευσης μέσω της οποίας μπορούσε να κατανοηθεί η εμπειρία της αποικιοκρατίας και να αμφισβητηθεί η εξουσία της. Ο Λένιν υποστήριζε πως ο ιμπεριαλισμός είναι ένα ουσιαστικά οικονομικό φαινόμενο, μια αναζήτηση για κέρδος από τις καπιταλιστικές χώρες που ψάχνουν επενδυτικές ευκαιρίες, φτηνό εργατικό δυναμικό, φτηνές πρώτες ύλες και ασφαλείς αγορές.
Οι εθνικιστές του αναπτυσσόμενου κόσμου εφήρμοσαν τη μαρξιστική ανάλυση στη σχέση μεταξύ των αποικιοκρατών εξουσιαστών και των υποτελών λαών. Η ταξική πάλη έγινε πάλη ενάντια στην αποικιοκρατία και την καταπίεση.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, καθεστώτα του αναπτυσσόμενου κόσμου ασπάστηκαν εμφανώς μαρξιστικές-λενινιστικές αρχές, προσαρμοσμένες συνήθως στις ιδιαίτερες ανάγκες τους: Αλλού ιδρύθηκαν μονοκομματικά κράτη και κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες, ακολουθώντας το σοβιετικό πρότυπο[16]. Σε άλλες περιπτώσεις[17], τα κράτη ανέπτυξαν μια λιγότερο ιδεολογική μορφή του εθνικιστικού σοσιαλισμού.
Σε χώρες όπως η Λιβύη του Καντάφι ή το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν, ο «σοσιαλισμός» έλαβε τη μορφή της επίκλησης ενός ενοποιητικού εθνικού σκοπού ή συμφέροντος, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η οικονομική ή η κοινωνική ανάπτυξη.
Σε κάποιες χώρες της Αφρικής[18], ο αποκαλούμενος «Αφρικανικός σοσιαλισμος» δεν βασίστηκε σε έναν σοβιετικού τύπου σοσιαλισμό ή σε μια δυτική σοσιαλδημοκρατία, αλλά θεμελιώθηκε περισσότερο πάνω στις παραδοσιακές κοινοτιστικές αξίες και την επιθυμία να υποταχθούν οι διαφορετικές φυλετικές αντιπαλότητες στην υπερισχύουσα ανάγκη των κρατών για οικονομική πρόοδο.[19]
Η μετα-αποικιοκρατική περίοδος παρήγαγε αρκετά διαφορετικές μορφές εθνικισμού, οι οποίες διαμορφώθηκαν περισσότερο από την απόρριψη των δυτικών ιδεών, παρά από την προσπάθεια των χωρών να τις επανεφαρμόσουν ή να παραμείνουν ανεξάρτητες από αυτές.
Ο χαρακτήρας του εθνικισμού, σήμερα
Ο χαρακτήρας του εθνικισμού διαμορφώνεται από τις περιστάσεις υπό τις οποίες εγείρονται οι εθνικιστικές επιδιώξεις και από τον πολιτικό σκοπό με τον οποίο συνδέονται. Όταν ο εθνικισμός αποτελεί αντίδραση ενάντια στην εμπειρία της ξένης κυριαρχίας και της αποικιοκρατίας, είναι συνήθως απελευθερωτική δύναμη, συνδεόμενη με τους στόχους της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας.
Το βασικό χαρακτηριστικό του εθνικισμού δεν είναι η στενή του σχέση με την αυτοκυβέρνηση και το έθνος-κράτος, αλλά ο ευρύτερος δεσμός του με κινήματα και ιδέες, που κατ' οποιονδήποτε τρόπο αναγνωρίζουν τη βασική σπουδαιότητα του έθνους.
Επίσης, αναμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του εθνικισμού είναι η δυναμική της συναισθηματικής ή συγκινησιακής του απήχησης.[20] Ως συναίσθημα, ο εθνικισμός είναι μια μεγάλης κλίμακας αφοσίωση, με την έννοια ότι έχει μεταφέρει την αφοσίωση και την ταύτιση από τις τοπικές κοινωνίες σε πολύ ευρύτερες, σε κοινωνίες τις οποίες ενδύει με το πέπλο της μεγάλης κοινότητας.[21]
Από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, η εμφάνιση του εθνικισμού ενεργοποίησε δραστικά τον «λαό». Τα έθνη ορίζονται με βάση τον «λαό». Η εθνική ταυτότητα παρέμεινε ισχυρή στην σύγχρονη εποχή επειδή η έμφασή της στην ύπαρξη «του λαού» χαρίζει ένα αίσθημα αξιοπρέπειας σε όλα τα άτομα, οποιαδήποτε κι αν είναι η τάξη τους. Όλα τα άτομα, εντός της εδαφικής περιοχής, υποτίθεται ότι εκτίθενται σε έναν κοινό εθνικό πολιτισμό, μιλούν στους δημόσιους χώρους την ίδια εθνική γλώσσα, και συμμετέχουν σε κοινούς εκπαιδευτικούς και πολιτικούς θεσμούς.[22]
Στη σημερινή εποχή, το κράτος εξακολουθεί να αποτελεί το κέντρο για την προσωπική και κοινοτική ταυτότητα. Ο εθνικισμός, μαζί με τις πρόσφατα εμφανισθείσες μορφές εθνικής ταυτότητας είναι μια πολύ ισχυρή ένδειξη ότι ακόμη κι αν το κράτος καταστεί λειτουργικά περιττό, πολιτιστικά και ψυχολογικά εξακολουθεί να έχει τεράστια σημασία για την οικοδόμηση της πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης της ανθρωπότητας. Όπως σημειώνει ο Hanreider, "ο εθνικισμός ζει και βασιλεύει. Όχι μόνο δεν είναι υποδεέστερα και παρωχημένα, αλλά το εθνικό κράτος, ο εθνικισμός και η ιδέα του εθνικού συμφέροντος είναι κεντρικά στοιχεία της σύγχρονης παγκόσμιας πολιτικής".[23]
Με όποιους πολιτικούς στόχους κι αν σχετίζεται ο εθνικισμός, τους αναπτύσσει πάνω στη βάση ενός αισθήματος συλλογικής ταυτότητας που συνήθως κατανοείται ως πατριωτισμός. «Αντικειμενικοί» παράγοντες όπως η εδαφική επικράτεια, η θρησκεία και η γλώσσα δεν έχουν μεγαλύτερη σημασία από αντίστοιχους «υποκειμενικούς», όπως η βούληση, η μνήμη και η πατριωτική αφοσίωση.
Ο εθνικισμός, επομένως, δεν αναπτύσσει μόνο πολιτικούς σκοπούς. Λέει στους ανθρώπους ποιοι είναι: τους παρέχει μια ιστορία, σφυρηλατεί κοινωνικούς δεσμούς και ένα συλλογικό πνεύμα. Δημιουργεί μια αίσθηση πεπρωμένου μεγαλύτερη από την ατομική ύπαρξη. Ίσως μάλιστα αυτή ακριβώς η δύναμη των συναισθηματικών στοιχείων του εθνικισμού και η σχετική αδυναμία των δογματικών του στοιχείων να συντελούν στην ασυνήθιστη επιτυχία του εθνικισμού ως πολιτικού δόγματος.
Παραπομπές - Σημειώσεις
[1] Instrumentalist
[2] Gruppenidentitat
[3] Καστοριάδης Κ., Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Ράππας, (Αθήνα, 1981).
[4] Gellner Ern., Έθνη και Εθνικισμός, Αλεξάνδρεια, (Αθήνα, 1992).
[5] Ψαρρού, Νέλλη (2005): Εθνική Ταυτότητα στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης, Αθήνα: Gutenberg
[6] Andrew Heywood , Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις, σελ. 285
[7] Ό.π., σελ.286
[8] Ό.π., σελ.287 και 288
[9] Ψαρρού, Νέλλη (2005): Εθνική Ταυτότητα στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης, Αθήνα: Gutenberg, σελ.97 και 101
[10] Andrew Heywood , Εισαγωγή στην Πολιτική , σελ. 164
[11] Andrew Heywood , Εισαγωγή στην Πολιτική , σελ. 164-168
[12] Andrew Heywood , Εισαγωγή στην Πολιτική , σελ. 168-170
[13] Andrew Heywood, Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις, σελ. 297
[14] Πέιν Σ.(2000), Η Ιστορία του Φασισμού, Αθήνα: Φιλίστωρ, σελ.24 και 25
[15] Andrew Heywood, Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις, σελ. 297
[16] Κίνα, Β. Κορέα, Βιετνάμ, Καμπότζη
[17] Κράτη της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής.
[18] Τανζανία, Ζιμπάμπουε, Αγκόλα
[19] Andrew Heywood , Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις, σελ.324-327
[20] Andrew Heywood , Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις, σελ.291-292
[21] Ψαρρού, Νέλλη (2005): Εθνική Ταυτότητα στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης, Αθήνα: Gutenberg, σελ. 177
[22] Will Kymlicka , Η πολιτική φιλοσοφία της εποχής μας , σελ. 384
[23] Hall , S . (2003): Η Νεωτερικότητα Σήμερα, Αθήνα: Σαββάλας, 143
Βιβλιογραφία
Σπ. Μαρκέτος, Ευρωπαϊκά Ιδεολογικά Ρεύματα, εκδ.ΕΑΠ, Πάτρα 2000
Will Kymlicka , Η πολιτική φιλοσοφία της εποχής μας, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006
Andrew Heywood , Εισαγωγή στην Πολιτική, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006
Andrew Heywood , Πολιτικές Ιδεολογίες , Αθήνα: Πόλις 2007
Hall S., Held D., McGrew A., Η Νεωτερικότητα Σήμερα, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2003
Πέιν Σ.(2000), Η Ιστορία του Φασισμού, Αθήνα: Φιλίστωρ
Ψαρρού, Νέλλη (2005): Εθνική Ταυτότητα στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης, Αθήνα: Gutenberg